Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Κυριακή του Παραλύτου - Ομιλία του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου


    Στ χρυσωρυχεο οτε τν πι σμαντη φλβα δν θ δεχταν ν περιφρονση καννας κι ς προξεν πολν κπο ρευν της. τσι κα στς θεες Γραφς δν εναι χωρς βλβη ν προσπερσης να γιτα μι κεραα. λα πρπει ν ξετζωνται. Τ γιο Πνεμα τ χει πε λα κα τποτα δν εναι νξιο σ̉ ατς. Πρσεξε λοιπν τ λει Εαγγελιστς κι δ: Ατ πλι ταν τ δετερο σημεο πο κανε ησος, πηγανοντας π τν ουδαα στν Γαλιλαα. Κα δν πρσθεσε ββαια τσι πλ τ λξη «δετερο», λλ τονζει κμα περισστερο τ θαμα τν Σαμαρειτν. Δεχνει τι, μλο πο γινε κα δετερο σημεο, δν εχαν φτσει κμα στ ψος κείνων πο τποτα δν εδαν (τν Σαμαρειτν) ατο πο χουν δε πολλ κα θαυμσει. στερ̉ π̉ ατ ταν ορτ τν ουδαων. Ποιά ορτ; ορτ τς Πεντηκοστς, νομζω, κα νβηκε ησος στ εροσλυμα. Συστηματικ τς γιορτς βρσκεται στν πλη. π̉ τ μι γι ν φαν πς ορτζει μαζ τους, π̉ τν λλη γι ν τραβξη κοντ του τν πλ λα. Γιατ ατς τς μέρες γινταν περισστερη συρρο τν πι πλν. πρχει στ εροσλυμα προβατικ κολυμβθρα, Βηθεσδ μ τ βραϊκ νομ της, μ πντε στος. Σ̉ ατς σαν πεσμνοι ρρωστοι πλθος - κουτσο, τυφλο, ξηρο, πο περμεναν τν ταραχ το νερο. Τ σημανει ατς τρπος τς θεραπεας; Τνος μυστηρου κνει παινιγμ; Ατ δν χουν γραφ πλ κα τυχαα λλ εκονζει κα ποτυπνει σα νγονται στ μλλον. Μ̉ ατν τν τρπο, τν περβολικ παρξενο, ταν συνβαινε λτελα προσδκητα, δ θ κατστρεφε μσα στς ψυχς τν πολλν τ δναμη τς πστης. Ποι εναι λοιπν ατ πο εκονζει;

    Σκπευε ν δση τ βπτισμα πο χει πολλ δναμη κα μεγλη χρη . Τ βπτισμα πο ποπλνει λες τς μαρτες κα ζωοποιε τος νεκρος. πως λοιπν σ εκνα, προδιαγρφονται ατ στν κολυμβθρα κα σ πολλ λλα. Κα πρτα δωσε τ νερ πο βγζει τ στγματα τν σωμτων κα πο δν εναι μισματα λλ φανονται, πως τ μολσματα π κηδεες, π λπρα κα λλα ττοια. Κα πολλς λλες θεραπεες στν Παλαιά Διαθκη θ μποροσε κανες ν δ πο πραγματοποιθησαν μ νερ, γι̉ ατ τ λγο. λλ ς μπομε στ θμα μας. Πρτα λοιπν πως επα πρωττερα, μολυσμος σωματικος κι πειτα διφορες λλες σθνειες κνει ν θεραπεωνται μ νερ. Γιατ θλοντας Θες ν μς δηγση κονττερα στ δωρε το βαπτσματος δν θεραπεει τος μολυσμος μονχα λλ κα σθνειες. Γιατ ο πλησιστερες πρς τν λθεια εκνες κα σχετικ μ τ βπτισμα κα τ πθος κα τ λλα σαν καθαρτερες π τς παλαιτερες. Γιατ πως ο κοντινο το βασιλι δορυφροι εναι λαμπρτεροι π τος πι μακρινος, τσι γνεται κα σχετικ μ τος τπους.

    Κι γγελος καταβανοντας νατραζε τ νερ κα το δινε θεραπευτικ δναμη, γι ν μθουν ο ουδαοι τι πολ περισστερο Κριος τν γγλων μπορε ν θεραπεση λα τ νοσματα τς ψυχς. λλ πως δ θεραπευτικ δναμη δν ταν φυσικ διτητα το νερο, γιατ ττε θ κδηλωνταν διλειπτα, λλ παρουσιαζταν μ τν νργεια το γγλου, τσι κα πνω σ̉ μς δν νεργε πλ τ νερ λλ ταν δεχτ τ χρη το Πνεματος ττε διαλει λες τς μαρτες. Γρω π̉ ατ τν κολυμβθρα κοτονταν να μεγλο πλθος ρρωστοι τυφλο, κουτσο, λεπρο πο περμεναν τν ταραχ το νερο κα ττε σθνεια γινταν μπδιο σ̉ κενον πο θελε ν θεραπευτ. Μ τρα εναι κριος καθνας ν προσλθη. Γιατ δν ναταρζει κποιος γγελος λλ εναι τν πντων Κριος ατς πο τ κτελε λα κα δν εναι δυνατ ν π σθενς«μλις πω ν κατεβ, λλος κατεβανει πρν π μνα». λλ, κι ν ρθη λη οκουμνη, χρη δν ξοδεεται, οτε νργεια δαπανται λλ δια κα παρλλακτη μνει πως πρτα. Κι πως ο λιακς κτνες καθημεριν δνουν τ φς τους κα δν δαπαννται οτε λιγοστεει λμψη τους π τν φθονη παροχ των, τσι κα πολ περισστερο νργεια το Πνεματος, δν λαττνεται μ̉ λο τ πλθος πο τν πολαμβνει.

    Ατ συνβαινε, μ τ σκοπ κενοι πο μαθαν τι εναι δυνατ μ τ νερ ν θεραπευτον πολλ σωματικ νοσματα κα σκθηκαν στ γνση ατ πολν καιρ, ν πιστψουν εκολα τι μπορε ν θεραπεση κα νοσματα τς ψυχς. Κα γιατ τλος πντων ησος φησε λους τος λλους κα ρθε σ̉ ατν, πο εχε τριντα χτ χρνια κα γιατ τν ρτησε ν θλη ν γνη γις. χι γι ν μθη, ατ ταν περιττ, λλ γι ν δεξη τν πομον το παραλυτικο κα γι να καταλβωμε τι γι̉ ατ φησε τος λλους κα πγε σ̉ ατν. Κι σθενς το ποκρθηκε κα το επε:«Κριε δν χω κποιον ν μ βλη στν κολυμβθρα, ταν ταραχθ τ νερ. Κι ν πηγανω γ, κατεβανει λλος πρν π μνα». Γι̉ ατ ρτησε, ν θλη ν γνη γερς. Γι ν πληροφορηθομε ατ τ πργματα. Δν το επε θλεις ν σ κμω καλ; - Γιατ δν φανταζταν κμα τποτα σπουδαο γι̉ ατν - λλ θλεις ν γνης καλ; Ξαφνιζεται καρτερικς παρλυτος. χοντας τριντα χτ τη τν σθνεια κα κθε χρνο λπζοντας τι θ γλτωνε π̉ ατ, μενε μνιμα κε κα δν πομακρυνταν. Χωρς τν καρτερα του ν χι τ περασμνα, δν θ σαν καν τ μλλοντα ν τν πομακρνουν π κε;

    Σκψου σ παρακαλ πς ταν φυσικ κα ο λλοι ρρωστοι ν εναι συχοι. Γιατ μτε ρα δν ταν φανερ πο ταραζταν τ νερ. Κα στ κτω-κτω ο κουτσο κα ο κουλλο μποροσαν ν παρατηρσουν. Ο τυφλο μως πο δν βλεπαν; σως τ καταλβαιναν π τ θρυβο. ς νισωμε λοιπν, γαπητο μου, ντροπ κα ς στενξωμε γι τν πολλ διαφορα μας. Τριντα χτ χρνια μεινε στ διο μρος κενος κα, μ̉ λο πο δν πετχαινε ,τι θελε, δν πομακρυνταν. Κα δν πετχαινε χι π διαφορα δικ του λλ γιατ τν μπδιζαν κα τν παραμριζαν ο λλοι. Κα μως δν πογοητευταν. μες μως δκα μρες, ν μενωμε κπου κα παρακαλσωμε γι κτι χωρς ν πετχουμε στ τλος βαρυμαστε ν δεξωμε τν διο ζλο. Κα στος νθρπους κποτε μνουμε κοντ τσο διστημα ποφροντες τς ταλαιπωρες τς κστρατεας κα κτελντας ργασες δουλοπρεπες, χωρς ν κπληρνεται πολλς φορς λπδα μας. Στν Κριο μως τ δικ μας, που θ πρωμε πωσδποτε μεγαλτερη π τος κπους μας μοιβ - λπδα, γρφει, δν πογοητεει - δν θλομε ν μενωμε κοντ του μ τ ζλο πο πρπει.

    Πση τιμωρα ρμζει σ̉ ατ τ στση; κμη κι ν δν ταν δυνατ ν προυμε τποτα, ατ τν δικοπη συνομιλα μαζ του δν πρεπε ν τν θεωρομε ξια πειρων γαθν; λλ εναι κουραστικ δικοπη προσευχ; λλ κα ποι ρετ δν εναι κοπιαστικ; Κι ατ εναι μεγλη πορα: τι μαζ μ τν κακα κληρθηκε εχαρστηση, ν μ τν ρετ πνος. Πολλο ναζητον τν ατα. Μς δωσε Θες π̉ τν ρχ ζω λεθερη π φροντδες κα κπους. ργα δγησε στ διαστροφ κα χσαμε τν παρδεισο. Γι̉ ατ καμε ππονη τ ζω μας, σν ν δικαιολογονταν στ γνος τν νθρπων λγοντας. Σς βαλα μσα στν τρυφ, λλ πιστα σς καμε χειρτερους. Γι̉ ατ διταξα ν δοκιμζετε τν πνο κα τν δρτα. πειδ μως οτε ατς πνος δν συγκρτησε τν νθρωπο, μς δωσε νμο μ πολλς ντολς βζοντς μας, πως στ δσκολο λογο, δεσμ κα χαλινρια. Τ διο κνουν κα ο λογοδαμαστς. Γι̉ ατ εναι ππονη ζω μας. ζω χωρς κπο συνθως διαφθερει. φση μας δν δχεται τν ργα, εκολα κλνει στν κακα. ς ποθσωμε τι δν χει νγκη π κπους φρνιμος κα νρετος γενικ, λλ πιτυγχνουν τ κθε τι κμα κα κοιμισμνοι. Τν νεση πο θ προκυπτε πο θ τ χρησιμοποιοσαμε; χι στν νοησα κα τν περηφνεια;

    Ἀλλ γιατ χει συζευχθ μ τν κακα πολλ εχαρστηση κα μ τν ρετ πολς κπος κα δρτας; Κα τ χρη θ εχε κα τ μισθ θ παιρνε, ν τ πργμα δν ταν κοπιαστικ; χω ν σς δεξω πολλος πο ποστρφονται κ φσεως τ γμο κα τν ποφεγουν μ σιχαμρα. Ατος θ τος πομε φρνιμους κα θ τος στεφανσωμε κα θ τος νακηρξωμε πανηγυρικ; Καθλου. Γιατ σωφροσνη εναι γκρτεια κα περσχυση πνω στς δονς στερα π μχη. Κα τ πολεμικ τρπαια εναι λαμπρτερα, ταν ο γνες εναι σκληρο, χι ταν ο ντπαλοι δν ντιστκονται. Εναι πολλο νωθρο π τ φση. Ατος δ θ τος πομε νρετους. Γιαυτ Χριστς ναφροντας τρες τρπους ενουχισμο τος δο τος φνει βρβευτους κα τν ναν μνο βραβεει μ τ βασιλεα. Σς λω κα γιατ χρειζεται κακα. Ποις λλος εναι δημιουργς τς κακας π τ θεληματικ διαφορα; Κι ο γαθο πρεπε ν εναι μνοι. Ποι εναι τ γνρισμα το γαθο, νηφαλιτητα κα γρυπνα πνος κα τ ροχαλητ; Κα γιατ φαινταν γι γαθ τ ν πιτυγχνης χωρς κπο; Φρνεις νστσεις πο θ φεραν ζωνταν κα λαμαργοι κα νθρωποι πο νομζουν Θε τν κοιλι τους. ποκρσου μου τι ατο εναι λγοι διαφορας. ν πρχη βασιλας κα στρατηγς, κι ν βασιλις κοιμται κα μεθ, στρατηγς μ ταλαιπωρες τν κτη ρα στνει τ τρπαια, σ ποιν θ πδιδες τν νκη; Κα ποις χρηκε τ χαρ τς νκης;

    Βλπεις τι ψυχ κλνει σ̉ κενον μ τν ποον κοπασε; Γι̉ ατ κα τν πκτηση τς ρετς τ συνδεψε μ κπους, πειδ θελε ν ξοικειση τν ψυχ μ̉ ατ. Γι̉ ατ τν ρετ κι ν κμα δν τν πραγματοποισωμε τ θαυμζομε, ν τν κακα μ̉ λη τ γλυκτητα τν καταδικζομε. Κι ν ρωτσης, γιατ δ θαυμζομε πι πολ τος κ φσεως γαθος π κενους πο εναι γαθο μ τν θλησ τους; πειδ εναι δκαιο ν προτιμται ατς πο κοπιζει. Κα γι πι λγο τρα κοπιζομε; πειδ τν λλειψη το κπου δν τν κρατσαμε πως πρεπε. Κι ν τ καλοεξετση καννας, ργα πντα μς βλαψε κα δημιογησε πολν κπον. Κι ν θλης, ς κλεσουμε κποιον σ̉ να σπτι κι ς κανοποιομε μνο τ λαιμαργα του, χωρς ν τν φνουμε οτε ν βαδζη οτε στν ργασα ν τν βγζουμε. λλ ς χαρεται τ φαγητ κα τν πνον κα ς γλεντ δικοπα. πρχει θλιτερη ζω π̉ ατν; Εναι λλο μως ν ργζεσαι κα λλο ν κοπιζης. ταν στ χρι μας ττε ν ργαζμαστε χωρς κπους. Μ εναι δυνατ; Ββαια εναι, κι ατ θλησε Θες, λλ δν τ βαστξαμε μες. Γι̉ ατ μς βαλε ν καλλιεργομε τν Παρδεισο, ρζοντς μας τν ργασα χωρς ν ναμεξη τν κπο. Γιατ ββαια ν νθρωπος κοπαζε π τν ρχ δν θ πρσθετε πειτα τν κπο σν τιμωρα. Γιατ εναι δυνατν ν ργζεται κανες κα ν μν κοπιζει, πως ο γγελοι.

    Γι ν πεισθτε τι ργζονται, κοστε τ λγει: Μπορον μ τ δναμ τους ν κτελσουν τ λγο του. Τρα λλειψη τς δυνμεως προξενε πολλ κοραση. Ττε μως ατ δ γινταν. Ατς πο μπκε στν περοδο τς ναπασες του, ναπαθηκε λει, π τ ργα του, πως π τ δικ του Θες. δ δν ννοε ργα λλ λλειψη κπου. Γιατ Θες κα τρα κμη ργζεται καθς λγει Χριστς. πατρας μου ς τρα ργζεται κι ργζομαι κι γ. Γι̉ ατ συμβουλεω φο γκαταλεψεται κθε διαφορα ν ζηλψετε τν ρετ. Γιατ εχαρστηση τς κακας εναι σντομη ν λπη παντοτινή. Τς ρετς ντθετα, γραστη εναι χαρ κα πρσκαιρος κπος. ρετ ξεκουρζει τν ργτη της κα πρν π τ βρβευσ του, συντηρντας τον μ τς λπδες, ν κακα τιμωρε τν δικ της ργτη, πιζοντας τ συνεδηση κα τρομοκρατντας την κα προδιαθτοντας σ ποψα ναντον λων. Κι ατ ββαια π πσους κπους κα δρτες εναι χειρτερα.

  Κι ν στ θση τους πρχε μνο εχαρστηση, τ χειρτερο πρχει π τν εχαρστηση ατ; Τν δια ρα φανερνεται κα μαραμνη χνεται κα φεγει πρν τν πιση καννας, κι ν πς τν πλαυση τν σωμτων το γλεντιο τν χρημτων. Δν παουν ν γερνον καθημεριν. Κι ταν δον συνεπγεται κλαση κα τιμωρα, ποις θ ταν πι ξιολπητος π ατος πο τν πιδικουν;

    Ἄς τ ξρωμε ατ κι ς ποφρωμε τ πντα γι χρη τς ρετς. Γιατ τσι θ χαρομε κα τν ληθιν πλαυση μ τ χρη κα τ φιλανθρωπα το Κυρου μας ησο Χριστο. Μαζ μ̉ κενον κα στν Πατρα κα στ γιο Πνεμα ς εναι δξα στος αἰῶνες. μν.

Κυριακή Παραλύτου - Ακολουθία Όρθρου και Θεία Λειτουργία (10/5/2020)

Παρακολουθήστε ζωντανά την ακολουθία του Όρθρου και τη Θεία Λειτουργία της Κυριακής του Παραλύτου από τον Ιερό μας Ναό (κεκλεισμένον των θυρών) από το κανάλι μας στο Youtube.


Σάββατο 9 Μαΐου 2020

Ο Άγιος Χριστοφόρος, ο πολιούχος της πόλεως του Αγρινίου


Ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Χριστοφόρος καταγόταν από ημιβάρβαρη φυλή και ονομαζόταν Ρεμπρόβος, που σημαίνει αδόκιμος, αποδοκιμασμένος, κολασμένος. Πιθανότατα έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Δεκίου (249 - 251 μ.Χ.), όταν στην Αντιόχεια Επίσκοπος ήταν ο Άγιος Ιερομάρτυς Βαβύλας (τιμάται 4 Σεπτεμβρίου).
Ο Άγιος ως προς την εξωτερική εμφάνιση ήταν τόσο πολύ άσχημος, γι' αυτό και αποκαλείτο «κυνοπρόσωπος».
Η μεταστροφή του στον Χριστό έγινε με τρόπο θαυμαστό. Συνελήφθη αιχμάλωτος σε μάχη, που διεξήγαγε το έθνος του με τα Ρωμαϊκά αυτοκρατορικά στρατεύματα. Κατατάγηκε στις Ρωμαϊκές λεγεώνες και πολέμησε κατά των Περσών, επί Γορδίου και Φιλίππου.
Όταν ήταν ακόμη κατηχούμενος, για να ευχαριστήσει τον Χριστό, εγκαταστάθηκε σε επικίνδυνη δίοδο ποταμού και μετέφερε δωρεάν επί των ώμων του εκείνους που επιθυμούσαν να διέλθουν τον ποταμό. Μια μέρα παρουσιάσθηκε προς αυτόν μικρό παιδί, το οποίο τον παρακάλεσε να τον περάσει στην απέναντι όχθη. Ο Ρεμπρόβος πρόθυμα το έθεσε επί των ώμων του και στηριζόμενος επί της ράβδου του εισήλθε στον ποταμό. Όσο όμως προχωρούσε, τόσο το βάρος του παιδιού αυξανόταν, ώστε με μεγάλο κόπο κατόρθωσε να φθάσει στην απέναντι όχθη. Μόλις έφθασε στον προορισμό του, κατάκοπος είπε στο παιδί ότι και όλο τον κόσμο να σήκωνε δεν θα ήταν τόσο βαρύς. Το παιδί του απάντησε: «Μην απορείς, διότι δεν μετέφερες μόνο τον κόσμο όλο, αλλά και τον πλάσαντα αυτόν. Είμαι Εκείνος στην υπηρεσία του Οποίου έθεσες τις δυνάμεις σου και σε απόδειξη αυτού φύτεψε το ραβδί σου και αύριο θα έχει βλαστήσει», και αμέσως εξαφανίσθηκε. Ο Ρεμπρόβος φύτεψε την ράβδο και την επομένη την βρήκε πράγματι να έχει βλαστήσει. Μετά το περιστατικό αυτό βαπτίσθηκε Χριστιανός από τον Άγιο Ιερομάρτυρα Βαβύλα, ο οποίος τον μετονόμασε σε Χριστόφορο. Η άκτιστη θεία Χάρη, που έλαβε την ώρα του βαπτίσματος και του Χρίσματος, μεταμόρφωσε όλη του την ύπαρξη. Και αυτή ακόμα η δύσμορφη όψη του φαινόταν φωτεινότερη και ομορφότερη.
Στην Ορθόδοξη αγιογραφία ο Άγιος εικονίζεται να μεταφέρει στον ώμο του τον Χριστό. Εξ' αφορμής ίσως του γεγονότος αυτού θεωρείται προστάτης των οδηγών και στο Μικρόν Ευχολόγιον και συγκεκριμένα στην Ακολουθία «επί ευλογήσει νέου οχήματος» υπάρχει, πρώτο στη σειρά, το απολυτίκιό του.
Κατά τον τότε εναντίον των Χριστιανών διωγμό, λίγο μετά την βάπτισή του, είδε Χριστιανούς να κακοποιούνται από τους ειδωλολάτρες. Από αγανάκτηση επενέβη και έκανε δριμύτατες παρατηρήσεις προς αυτούς, διέφυγε δε τη σύλληψη χάρη στο γιγαντιαίο του παράστημα και την ηράκλεια δύναμή του. Καταγγέλθηκε όμως στον αυτοκράτορα και διατάχθηκε η σύλληψή του. Για τον σκοπό αυτό απεστάλησαν διακόσιοι στρατιώτες. Αυτοί, αφού ερεύνησαν σε διάφορα μέρη, τον βρήκαν κατά την στιγμή την οποία ετοιμαζόταν να γευματίσει ένα κομμάτι ξερό ψωμί. Κατάκοποι οι στρατιώτες και πεινασμένοι ζήτησαν από τον Άγιο Χριστόφορο να τους δώσει να φάγουν και ως αντάλλαγμα του υποσχέθηκαν ότι δεν θα τον κακομεταχειρίζονταν. Ένας από τους στρατιώτες, βλέποντας ότι πλην του ξερού άρτου δεν υπήρχε καμία άλλη τροφή, ειρωνευόμενος τον Χριστόφορο, του είπε ότι ευχαρίστως θα γινόταν Χριστιανός, εάν είχε την δύναμη να τους χορτάσει όλους με το κομμάτι εκείνο του άρτου. Τότε ο Άγιος, αφού γονάτισε, άρχισε να παρακαλεί τον Χριστό να πολλαπλασιάσει το κομμάτι εκείνο του άρτου, όπως πολλαπλασίασε τους πέντε άρτους στην έρημο, για να χορτάσουν οι πεινώντες στρατιώτες και να φωτισθούν στην αναγνώριση και ομολογία Αυτού. Η παράκληση του Αγίου εισακούσθηκε και το τεμάχιο του άρτου πολλαπλασιάσθηκε. Βλέποντας οι στρατιώτες το θαύμα αυτό, προσέπεσαν στα πόδια του Αγίου και τον παρακαλούσαν να τους γνωρίσει καλύτερα τον Θεό του. Ο Άγιος εξέθεσε με απλότητα τη Χριστιανική διδασκαλία και αφού όλοι εξέφρασαν την επιθυμία να γίνουν Χριστιανοί, τους οδήγησε προς τον Επίσκοπο Αντιοχείας Βαβύλα, ο οποίος, αφού τους κατήχησε, τους βάπτισε. Όταν ο αυτοκράτορας Δέκιος πληροφορήθηκε το γεγονός, τους μεν στρατιώτες συνέλαβε και αποκεφάλισε, τον δε Χριστόφορο προσπάθησε με υποσχέσεις και κολακείες να μεταπείσει, αλλά οι προσπάθειές του προσέκρουσαν στην επίμονη άρνηση αυτού. Κατόπιν τούτου έστειλε προς αυτόν δύο διεφθαρμένες γυναίκες, την Ακυλίνα και την Καλλινίκη, ελπίζοντας ότι με τα θέλγητρά τους θα τον σαγήνευαν και θα τον παρέσυραν. Οι δύο γυναίκες, αφού άκουσαν την προτροπή του Αγίου, για να επανέλθουν στον δρόμο της αγνότητας και της αρετής, έγιναν Χριστιανές και, αφού παρουσιάσθηκαν ενώπιον του αυτοκράτορα Δεκίου, ομολόγησαν τον Χριστό. Γι' αυτό και βρήκαν μαρτυρικό θάνατο.
Στη συνέχεια ο Άγιος Χριστοφόρος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και τέλος υπέστη τον δι' αποκεφαλισμού θάνατο το 251 μ.Χ.
Η Σύναξη αυτού ετελείτο στο Μαρτύριο αυτού κοντά στο ναό του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου στο Κυπαρίσσιον και στο ναό του Αγίου Μάρτυρος Πολυεύκτου, πλησίον της Αγίας Ευφημίας των Ολυβρίου.
Ηλ. πηγή: saint.gr

Παρασκευή 8 Μαΐου 2020

Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος, Απόστολος και Ευαγγελιστής

Ο Ιωάννης, ο αγαπημένος μαθητής του Ιησού, ήταν γιος του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και νεώτερος αδελφός του αποστόλου Ιακώβου. Γεννήθηκε στη Γαλιλαία και δεν μορφώθηκε καθώς από μικρός βοηθούσε τον πατέρα του που ήταν ψαράς. Στην αρχή έγινε μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου και αμέσως μόλις γνώρισε τον Ιησού έγινε μαθητής του μαζί με τον αδερφό του τον Ιάκωβο. Η Εκκλησία μας του απένειμε την προσωνυμία του Θεολόγου.
Ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι ο Ευαγγελιστής της αγάπης. Όχι μόνο γιατί αναφέρεται συνεχώς στα κείμενα του στη αγάπη, αλλά κυρίως γιατί την βίωνε και την εξέφραζε. Αγαπούσε πολύ τον Διδάσκαλό του. Τον ακολούθησε και στις πιο δύσκολες ώρες της επίγειας ζωής Του. Όταν οι άλλοι μαθητές ήταν κρυμμένοι «διά τον φόβον των Ιουδαίων», αυτός ήταν παρών στην σύλληψή Του, στην δίκη και στον Γολγοθά, όπου κάτω από τον Σταυρό στις κρίσιμες εκείνες στιγμές του εμπιστεύθηκε ο Χριστός την μητέρα Του.
Και αυτός τίμησε την επιθυμία του Κυρίου και μέχρι την Κοίμηση της την φρόντιζε ως αληθινή του μητέρα. Μαζί με τον αδελφό του Ιάκωβο και τον Πέτρο αποτελούσαν την τριάδα τον μαθητών που είχε μαζί του ο Χριστός στην ανάσταση της κόρης του Ιαείρου, στο όρος Θαβώρ, όπου «μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών», καθώς και στην Γεσθημανή, όπου προσευχήθηκε πριν από το πάθος Του.
Ο Ιωάννης είναι ο συγγραφέας του 4ου κατά σειρά Ευαγγελίου στην Καινή Διαθήκη, το θεολογικότερο όλων και θεωρούμενο ως Ευαγγέλιο της αγάπης, καθώς επίσης τριών Καθολικών Επιστολών και της Αποκάλυψης.
Τη ζωή του κοντά στον Κύριο τη γνωρίζουμε μέσα από τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης. Ο Ιωάννης συνέχισε έντονα την δράση του και μετά την Ανάληψη του Κυρίου. Αυτός και ο Πέτρος ήταν οι πρώτοι που κήρυξαν μετά την επιφοίτηση του Αγ. Πνεύματος σε όλο τον κόσμο το λόγο του Κυρίου.
Η παράδοση, επίσης, μας λέει ότι ο Ιωάννης κήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία, και ιδιαίτερα στην Έφεσο. Στα χρόνια του αυτοκράτορα Δομετιανού βασανίστηκε και εξορίστηκε στη Πάτμο, όπου έγραψε την Αποκάλυψη. Σε μεγάλη ηλικία ξαναγύρισε στην Έφεσσο όπου συνέγραψε το ευαγγέλιο του.
Ο Ιωάννης έζησε γύρω στα 100 χρόνια (κοιμήθηκε ειρηνικά γύρω στο 105 με 106 μ.Χ.). Εκείνο, όμως, που αξίζει να αναφέρουμε, είναι η φράση που συνεχώς έλεγε στους μαθητές του: «Τεκνια, αγαπατε αλληλους» (Ιωαν. ιγ΄ 34), που σημαίνει, παιδιά μου, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο.
Τη μνήμη του η εκκλησία μας τι γιορτάζει στις 8 Μαίου και στις 26 Σεπτεμβρίου.

Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Βίος τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ μυροβλύτου - 12 Νοεμβρίου (κοίμηση) - 7 Μαΐου (ανακομιδή λειψάνων)

            Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ ὁ ἁγιώνυμος Ἄθως, ὁ νοητὸς τῆς Θεοτόκου καὶ ὡραῖος παράδεισος· ἰδοὺ γὰρ ἐν ταῖς ὑπωρείαις σου ἐξήνθησαν κρίνα ἀειθαλῆ καὶ πανεύοσμα, καὶ ἐν ταῖς κοιλάσι καὶ παραλίοις σου δένδρα οὐρανομήκη καὶ εὐσκιόφυλλα ἀνεβλάστησαν, καρποὺς ἀθανάτους τοῦ Πνεύματος προβαλλόμενα... (ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)
ΣΤΟ ΝΟΤΙΟ ἄκρο τῆς χερσονήσου τοῦ Ἄθω, σὲ ἀπόσταση μίας ὥρας περίπου ἀπὸ τὰ Καυσοκαλύβια, πρὸς τὴ Μεγίστη Λαύρα, μέσα σ᾿ ἕνα ἐπιβλητικὰ ἄγριο τοπίο θαυμαστῆς φυσικῆς ὀμορφιᾶς καὶ στὴν κορφὴ ἑνὸς ἀπότομου βράχου, διακόσια πενήντα περίπου μέτρα πάνω ἀπὸ τὴ θάλασσα, κυριολεκτικὰ μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς», βρίσκεται τὸ σπήλαιο τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ μυροβλύτου.
Ὁ ὅσιος Νεῖλος, ποὺ ἀσκήθηκε ἐδῶ, εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ «ἀειθαλῆ καὶ πανεύοσμα» κρίνα, ἕνα ἀπὸ τὰ «οὐρανόμηκη καὶ εὐσκιόφυλλα» δέντρα, ποὺ βλάστησαν ἐν ταῖς ὑπωρείαις καὶ ἐν ταῖς κοιλάσι καὶ παραλίοις· τοῦ ἁγιοτόκου Ἄθωνα.

Βλαστὸς τῆς εὐάνδρου Πελοποννήσου, γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἅγιος Πέτρος τῆς Κυνουρίας στὰ τέλη τοῦ 16ου αἰ. Ἀνατράφηκε «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφ. 6:4) ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς του καὶ διδάχθηκε τὰ ἱερὰ γράμματα ἀπὸ τὸν ἐνάρετο καὶ μορφωμένο θεῖο του Ἱερομόναχο Μακάριο. Μὲ τὴ συνετὴ καθοδήγηση καὶ τὶς συμβουλὲς τοῦ τελευταίου, ὁ μικρὸς Νικόλαος Τερζάκης -ἔτσι λεγόταν στὸν κόσμο ὁ ἅγιος- «προέκοπτε σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ καὶ χάριτι παρὰ Θεῷ καὶ ἀνθρώποις» (Λουκ. 2:52).
Πολὺ νωρὶς ὁ σπόρος τοῦ θείου λόγου, ποὺ ἔπεσε «ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλήν» (Ματθ. 13:23), ἔδωσε καρπὸ ἑκατονταπλάσιο. Ἔτσι στὴν ψυχὴ τοῦ Νικολάου ἄναψε ὁ θεῖος ἔρωτας τόσο, ποὺ ἡ ματαιότητα τοῦ κόσμου δὲν μποροῦσε νὰ τὸν κρατήσει πιὰ κοντά της. Ἀκολούθησε, λοιπόν, τὸ θεῖο του στὴν Ἱστορικὴ Μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μαλεβῆ, ἀνδρῴα τότε, ποὺ βρίσκεται στὰ βόρεια ἀντερείσματα τοῦ Πάρνωνα καὶ χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν 8ο αἰ. Ἐκεῖ, «τῷ ζυγῷ τοῦ Χριστοῦ ὑποσχὼν τὸν αὐχένα», κατὰ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο του, «πρὸς ἀσκητικοὺς ἀγώνας ἀνδρείᾳ ψυχῇ ἀπεδύσατο».
Στὴ μοναχική του κουρὰ πῆρε τὸ ὄνομα τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ Σιναΐτη. Τὸν μεγάλο αὐτὸ νηπτικὸ πατέρα τοῦ 5ου αἰ. μιμήθηκε ὁ συνώνυμός του νέος μοναχὸς στὴν ἄσκηση στὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ὑπακοή, στὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια, στοὺς κόπους καὶ τὶς κακοπάθειες, στὶς προσευχὲς καὶ τὶς ἀγρυπνίες. Τόσο φλογερὸς ἦταν ὁ ἀσκητικός του ζῆλος, ὥστε λίγο ἀργότερα, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ γέροντά του, ἐγκαταβίωσε σὲ μιὰ σπηλιά, πιὸ πάνω ἀπὸ τὸ μοναστήρι, γνωστὴ σήμερα μὲ τὴν ὀνομασία «Ἀσκητήριο τοῦ Ἁγίου Νείλου».
        Γιὰ τὴν καθαρότητα καὶ τὶς ἀρετές του, ἀξιώθηκε νὰ λάβει, ὅταν ἔφτασε στὴν κατάλληλη ἡλικία, τὸ χάρισμα τῆς Ἱερωσύνης. Παράλληλα ἔμαθε καὶ τὴν Ἱερὴ τέχνη τῆς εἰκονογραφίας, στὴν ὁποία ἐπιδόθηκε μὲ ἐπιτυχία.
Ὁ ἱερομόναχος Μακάριος ἔμεινε δεκαπέντε περίπου χρόνια στὴ Μαλεβή. Ὕστερα, ποθώντας ἡσυχαστικότερη ζωή, ἀνεχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἴδιος στὴ διαθήκη του, γραμμένη τὸ 1608, «σπινθὴρ θεῖος κατὰ τὸ συνειδὸς τιτρωσκόμενός μου τὴν καρδίαν οὐκ ἐπαύσατο, ἀλλ᾿ ἀεὶ ἐλεγχόμενος ὑπ᾿ αὐτοῦ διακαῶς εἶχον τὴν καρδίαν μου ἀπαρτίσαι τὸ τῆς ἐμῆς ψυχῆς καταθύμιον, λέγω δὴ τὰ τῆς ἡσυχίας κατορθώματα. Πορευθεὶς γοῦν πρὸς εὕρεσιν τόπου ἐπιτηδείου, ὥστε ἐν ἡσυχίᾳ μονᾶσαι κατὰ μόνας, καὶ περιερχόμενος ἅπαντα τὰ τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους καταφύγιά τε καὶ καταγώγια, ἦλθον καὶ μέχρις ὁρίων τῆς ἁγίας Λαύρας, ἐν οἶς τετυχηκὼς εὗρον χῶρον ἐπιτήδειον, καθὼς ἐβουλόμην, εἰς ἐμὴν οἴκησιν».
Ὁ ἅγιος Νεῖλος ἀκολούθησε τὸν πνευματικό του πατέρα στὸν Ἄθωνα. Πρόσφεραν συμβολικά, ὅπως συνηθίζεται, ἕνα φλουρὶ στὴν κυρίαρχη Μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας καὶ ἀγόρασαν τὸν τόπο ἐκεῖνο, ὃς ἐπονομαζόμενος ἦν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τῶν ὁσίων πατέρων Πέτρου τε καὶ Ἀθανασίου». Στὴν περιοχὴ αὐτή, περιοχὴ πανέμορφη ἀλλὰ καὶ πανέρημη ἡ πλησιόχωρη Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων ἱδρύθηκε ἀργότερα, γύρω στὰ 1700, εἶχε ζήσει καὶ ὁ πρῶτος γνωστὸς Ἁγιορείτης ἀσκητής, ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης (8ος αἰ.)
      «Συχνοῖς ἱδρῶσι καὶ κόποις μεγίστοις· γέροντας καὶ ὑποτακτικὸς ἔσπασαν βράχια, ἔκοψαν ἀγριόδεντρα, ξερίζωσαν πουρνάρια, καθάρισαν ἀπὸ τὰ βάτα καὶ τ᾿ ἀγκάθια τὸν τόπο, ποὺ ἦταν πρὶν τοῖς θηρσὶ μόνοις πρὸς κατοίκησιν πρόσφορος», ἔχτισαν κελλάκια κι ἕνα ναΰδριο ἀφιερωμένο στὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου (σώζονται μέχρι σήμερα στὸ ναΰδριο αὐτὸ ἴχνη τοιχογραφιῶν ποὺ φιλοτέχνησε, κατὰ τὴν παράδοση, ὁ ἅγιος Νεῖλος) καὶ ἐπιδόθηκαν μὲ ἔνθεο ζῆλο στὸν νηπτικὸ βίο.
Πέρασαν μερικὰ χρόνια, καὶ ὁ ἱερομόναχος Μακάριος ἀναχώρησε εἰρηνικὰ γιὰ τὰ οὐράνια σκηνώματα. Ὁ ἅγιος Νεῖλος, μόνος πιὰ ἀλλὰ κατάφορτος μὲ τοὺς ἁγιοπνευματικοὺς καρποὺς τῆς τέλειας ὑποταγῆς, πόθησε τὴν ἡρωικὴ ζωὴ τῆς τέλειας ἡσυχίας. Ὁ πόθος αὐτὸς ἦταν μιὰ φυσικὴ συνέχεια καὶ προέκταση τῶν προηγούμενων πνευματικῶν ἀγώνων του, μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ψυχή του εἶχε καθαρθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη.
Ἐκεῖ κοντά, σ᾿ ἕνα φοβερὸ γκρεμό, ὑπῆρχε μιὰ μικρὴ σπηλιά. Μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς του κατέβηκε ὁ ἅγιος στὴ σπηλιὰ αὐτή, τὴ διαρρύθμισε κατάλληλα καὶ ἔφτιαξε στὸ βάθος της ἕναν ὑποτυπώδη ναΐσκο, ποὺ τὸν ἀφιέρωσε στὸν ἀπόστολο καὶ εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη τὸ Θεολόγο, τὸν ἀγαπημένο μαθητὴ τοῦ Κυρίου καὶ τὸ παρθενικὸ πρότυπο τῶν μοναχῶν. Τώρα πιά, «τῆς σαρκὸς τὴν πρόνοιαν ὁλοσχερῶς ἀπορρίψας», ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴ νοερὰ ἐργασία, στὴ θεωρία τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ, καὶ ἀξιώθηκε «ἀεὶ τοῖς νοητοῖς ἐμβατεύειν καὶ συμμετεωροπορεῖν ταῖς θείαις δυνάμεσι» (ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης).
          Ἀγνοούμενος ἀπ᾿ ὅλους καὶ ἀποκομμένος ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη ἐπαφὴ δὲν ἐπικοινωνοῦσε παρὰ μόνο μ᾿ ἕναν μοναχό, ποὺ τοῦ ἔφερνε τὴ λιτὴ ἀσκητική του τροφὴ καὶ τὸν βοηθοῦσε στὴν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας, ἀγωνίστηκε νικηφόρα, «ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. 17:21), ἐναντίον τῶν δαιμόνων, ποὺ τὸν πολέμησαν λυσσαλέα, μοναδικὴ ἀλλὰ καὶ ὑπέρτατη παρηγοριὰ ἔχοντας τὴ νοερὴ καὶ καρδιακὴ κοινωνία μὲ τὸν Ἰησοῦ.
Στὸ ἀπόκρημνο ἐκεῖνο ἀσκητήριο ἔζησε ὁ ἅγιος, ἔγκλειστος καὶ ἀφανής, ὡς τὴν κοίμησή του, στὶς 12 Νοεμβρίου τοῦ 1651, τὴν ἡμέρα ἀκριβῶς ποὺ τιμᾶται ἡ μνήμη καὶ τοῦ προστάτη τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ Σιναΐτου. Τὸ ἅγιο σκήνωμά του ἐνταφιάστηκε μπροστὰ στὸ σπήλαιο ἀπὸ τὸ μοναχὸ ποὺ τὸν ἐπισκεπτόταν.
           Μετὰ τὴν κοίμησή του ὁ Θεὸς τὸν δόξασε μὲ τὸ χάρισμα τῆς μυροβλυσίας. Ἀπὸ τὸν τάφο του ἄρχισε νὰ ἀναβλύζει εὐῶδες ἁγίασμα, ποὺ σχημάτιζε μικρὸ ρυάκι καὶ ἔφτανε ὡς τὴ θάλασσα.
Οἱ χριστιανοὶ δὲν ἄργησαν νὰ πληροφορηθοῦν τὸ θαυμαστὸ γεγονός. Ἔτσι, ἄρχισαν νὰ καταφθάνουν ὡς ἐδῶ μὲ πλοῖα καὶ νὰ παίρνουν σὲ δοχεῖα τὸ μύρο, μὲ τὸ ὁποῖο πολλοὶ ἄρρωστοι θεραπεύθηκαν θαυματουργικά.
Ἡ συρροὴ ὅμως τῶν πιστῶν στὸν τόπο αὐτὸ ἔγινε ἀντιληπτὴ ἀπὸ τοὺς πειρατές, πού, ὅπως εἶναι γνωστό, λυμαίνονταν τὴ Μεσόγειο στὰ χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ἐπανειλημμένα, λοιπόν, ἔπεσαν ἐπάνω στοὺς ἀνύποπτους χριστιανούς, καί, ἀφοῦ τοὺς λήστεψαν, ἄλλους σκότωσαν καὶ ἄλλους αἰχμαλώτισαν, γιὰ νὰ τοὺς πουλήσουν στὰ σκλαβοπάζαρα τῆς Ἀνατολῆς.

Ἡ κατάσταση αὐτὴ προκάλεσε μεγάλη θλίψη καὶ ταραχὴ στοὺς ἀσκητὲς τῆς περιοχῆς, ποὺ ζήτησαν τὴν ἐπέμβαση τοῦ θαυματουργοῦ συνασκητῆ τους ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη (†1730).
Ὁ ὅσιος στάθηκε ἀπέναντι ἀπὸ τὸ σπήλαιο καὶ προσευχήθηκε θερμά. Εἶπε: «Ἅγιε Νεῖλε, ἐσὺ ποὺ ἤσουνα στὴ ζωή σου τόσο ταπεινὸς καὶ ἥσυχος, γιατί τώρα ἐπιτρέπεις νὰ γίνονται τέτοιες ἀκαταστασίες καὶ ἀνωμαλίες σὲ βάρος εὐσεβῶν ἀνθρώπων; Δὲν πρόλαβε ν᾿ ἀποσώσει τὰ λόγια του ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, καὶ ἡ ροὴ τοῦ μύρου σταμάτησε!»
Στὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν, χρόνια μαύρης σκλαβιᾶς, τὸ Ἅγιον Ὄρος γνώρισε μεγάλες περιπέτειες καὶ ἀλλεπάλληλες ἐρημώσεις, πού, σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ τὴ διακοπὴ τῆς μυροβλυσίας, συνετέλεσαν στὸ νὰ ἐγκαταλειφθεῖ τὸ σπήλαιο καὶ νὰ λησμονηθεῖ τὸ ἀκριβὲς σημεῖο τῆς ταφῆς τοῦ ἁγίου Νείλου. Ὡστόσο, καὶ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου, ἡ γύρω περιοχὴ κατοικήθηκε κατὰ διαστήματα ἀπὸ φιλέρημους ἀσκητές, ὅπως φανερώνουν τὰ πολυάριθμα ὁμόλογα* ποὺ σώζονται στὴ Μεγίστη Λαύρα (1653 κ.ε.).
Τὸ σημερινὸ Κελλί**, πενήντα μέτρα δυτικὰ τοῦ ναϋδρίου τῆς Ὑπαπαντῆς, ἔχει ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνακαινίστηκε τὸ 1745 ἀπὸ τὸν ἱερομόναχο Πελάγιο καὶ οἰκοδομήθηκε πάλι μεγαλύτερος μετὰ τὸν καταστρεπτικὸ σεισμὸ τῆς 26ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1905.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰ. ὁ ἅγιος Νεῖλος ἐμφανίστηκε σὲ κάποιον Καυσοκαλυβίτη μοναχὸ Θεοφάνη, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, καὶ τὸν θεράπευσε θαυματουργικὰ ἀπὸ βαρειὰ καὶ ἀνίατη ἀσθένεια***.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔγινε γνωστὸ σ᾿ ὅλη τὴν περιοχή, καὶ ἀπὸ τότε πολλοὶ μοναχοὶ ἄρχισαν νὰ ἔρχονται στὸν τόπο τῆς ἀσκήσεως τοῦ ἁγίου. Τὸ παλαιὸ μονοπάτι, ποὺ ἦταν κλεισμένο ἀπὸ τοὺς θάμνους, ἀνοίχτηκε πάλι καὶ καθαρίστηκε, τὸ σπήλαιο συγυρίστηκε καὶ εὐτρεπίστηκε, ἡ θεία Λειτουργία ἄρχισε νὰ τελεῖται τακτικὰ στὸ ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ἀπὸ τὴ συνοδία τοῦ Κελλιοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Μάλιστα οἱ Καυσοκαλυβίτες πατέρες ἀποφάσισαν νὰ χτίσουν ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο, στὴν ἄκρη τοῦ βράχου, ἕναν μικρὸ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν ἅγιο Νεῖλο. Καθώς, λοιπόν, ἔσκαβαν γιὰ ν᾿ ἀνοίξουν τὰ θεμέλια, στὶς 7 Μαΐου τοῦ 1815, μὲ ἀπερίγραπτη χαρὰ καὶ συγκίνηση βρῆκαν τὸν τάφο καὶ τὰ τίμια λείψανα τοῦ ἁγίου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ξεχυνόταν ἄῤῥητη εὐωδία.
Ἀπεσταλμένοι τῆς Μεγίστης Λαύρας, ποὺ εἰδοποιήθηκε ἀμέσως, παρέλαβαν μὲ πολλὴ εὐλάβεια τὰ πανεύοσμα ὁσιακὰ ὀστᾶ καὶ τὰ μετέφεραν στὸ μοναστήρι. Ἐκεῖ τὰ ὑποδέχθηκαν ἐπίσημα, μὲ κωδωνοκρουσίες, λαμπάδες καὶ θυμιάματα, ὅλοι οἱ Λαυριῶτες πατέρες, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ἐξόριστο τότε στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐθνοϊερομάρτυρα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ἅγιο Γρηγόριο τὸν Ε´ (†1821). Ἡ κάρα τοῦ ὁσίου τοποθετήθηκε σὲ πολύτιμη λειψανοθήκη καὶ ξεχωρίζει μέχρι σήμερα, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα ἅγια λείψανα τῆς Μονῆς, γιὰ τὴ θαυμάσια εὐωδία της. Στὸ Κελλὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου δόθηκε «χάριν εὐλογίας, ἡ ἱερὰ αὐτοῦ σιαγών, ἔχουσα ἐπάνω αὐτῆς ἕνα ὀδόντα, νὰ διαμὲνῃ ἐκεῖσε ὡς ἀφιέρωμα ἀναπόσπαστον εἰς αἰώνα τὸν ἅπαντα» (ὁμόλογο 1-8-1818).
Κατὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου ἔγιναν πολλὲς θαυματουργικὲς θεραπεῖες ἀσθενῶν, ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ ποικίλα νοσήματα.
Σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα τὸ ὁσιακὸ μνῆμα καλλωπίστηκε, ὁ ναὸς τοῦ ἁγίου κτίστηκε δίπλα του καὶ μιὰ πέτρινη σκάλα κατασκευάστηκε, γιὰ νὰ διευκολύνονται οἱ προσκυνητὲς στὴν κατάβασή τους πρὸς τὸ σπήλαιο.
Ἀπὸ τότε, τόσο ὁ τάφος ὅσο καὶ ἡ σιαγόνα τοῦ ἁγίου ἐκπέμπουν ἀνὰ καιροὺς πλούσια εὐωδία.
Τὸ φελόνι καὶ τὸ πετραχήλι τοῦ ἁγίου, ποὺ κι αὐτὰ εὐωδιάζουν, φυλάσσονταν μέχρι τὶς μέρες μας στὸ Κελλὶ τῆς Κοιμήσεως, ἀλλὰ ὁ τελευταῖος μοναχὸς τῆς παλαιᾶς συνοδείας, γερο-Μεθόδιος (†1993), τὰ παρέδωσε στὴ Μεγίστη Λαύρα γιὰ περισσότερη ἀσφάλεια.
Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Νείλου ἑορτάζεται στὶς 12 Νοεμβρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Στὸ Ἅγιον Ὄρος ὅμως πανηγυρίζεται λαμπρὰ στὶς 7 Μαΐου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων του.
Στὸν ἅγιο Νεῖλο εἶναι ἀφιερωμένοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ναΐσκο δίπλα στὸν τάφο του, καὶ ἄλλοι τέσσερις ναοί: Ἕνα παρεκκλήσι στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Μαλεβῆς Κυνουρίας (τὸ κελλὶ τοῦ ὁσίου), ἄλλο ἕνα στὸ μετόχι τῆς Μονῆς στὴν Τρίπολη, ἕνας ναὸς στὴν περιοχὴ Σφερέικα Ἀγρινίου, καθὼς καὶ ἕνας μεγαλόπρεπος ἐνοριακὸς ναὸς στὸν Πειραιᾶ, στὴν περιοχὴ τοῦ Χατζηκυριακείου.
Εἴθε οἱ πρεσβεῖες τοῦ μυροβλύτη καὶ θαυματουργοῦ ὁσίου πρὸς τὸν παντοδύναμο καὶ φιλάνθρωπο Κύριο νὰ χαρίσουν σὲ ὅλους μας τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.


* Ὁμόλογο λέγεται τὸ συμβόλαιο ἀγοραπωλησίας ἑνὸς Κελλιοῦ ἀπὸ τὴν κυρίαρχη Μονή.

** Κελλί(ον) λέγεται ἕνα αὐτοτελὲς εὐρύχωρο οἶκο δόμημα μὲ ἐνσωματωμένο ναΰδριο, περιβαλλόμενο ἀπὸ εὐρεία περιοχή. Εἶναι συνήθως μεγαλύτερο ἀπὸ καλύβη καὶ δὲν ὑπάγεται σὲ σκήτη, ἀλλὰ ἐξαρτᾶται ἀπ᾿ εὐθείας ἀπὸ κάποια μονή.

*** Δυστυχῶς, μετὰ τὸ θαῦμα, ὁ μοναχὸς Θεοφάνης πλανήθηκε καὶ δέχτηκε δαιμονικὰ ὁράματα ὡς δῆθεν προφητικὲς ἀποκαλύψεις τοῦ ἁγίου Νείλου. Οἱ «ἀποκαλύψεις» αὐτές, ποὺ καταγράφηκαν ἀπὸ κάποιον ἱερομόναχο Γεράσιμο γιατὶ ὁ Θεοφάνης ἦταν ἀγράμματος, κυκλοφορήθηκαν σὲ λίγα χειρόγραφα στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ. Ἀπὸ ἀρκετοὺς ἔγιναν δεκτὲς ὡς γνήσιες προφητεῖες τοῦ ἁγίου Νείλου, χρησιμοποιήθηκαν μάλιστα ἀποσπασματικὰ καὶ ἀπὸ ὁρισμένους νεότερους συγγραφεῖς. Σὰν καρπὸς ὅμως δαιμονοληψίας καὶ πλάνης, ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπὸ τὴν ἁγιορείτικη συνείδηση ὡς νόθες. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἱερὰ Κοινότης ἀρνήθηκε νὰ ἐγκρίνει τὴ μετάφραση καὶ ἔκδοσή τους στὴ ρωσικὴ γλώσσα, ποὺ ἔγινε τὸ 1912.
Πηγή: Βίος Ὁσίου Νείλου τοῦ Μυροβλῦτου
Ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς
© 2002, Ἱερὸν Κελλίον Ἁγίου Νείλου, Ἅγιον Ὄρος

Ἡλ. Πηγή: users.uoa.gr/~nektar/

Μνήμη τοῦ ἐν τῷ οὐρανῷ φανέντος σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπὶ Κωνσταντίου (7 Μαΐου)

Ἡ ἐμφάνιση αὐτὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἡ δεύτερη καὶ ἔγινε στὰ Ἱεροσόλυμα τὸ 346 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337 – 361 μ.Χ.) καὶ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου († 18 Μαρτίου). Τὴν τρίτη ὥρα τῆς 7ης Μαΐου τοῦ 346 μ.Χ., κατὰ μία τῶν ἡμερῶν τῆς Πεντηκοστῆς, φάνηκε Τίμιος καὶ Ζωοποιὸς Σταυρὸς ἄνωθεν τοῦ Γολγοθᾶ, σχηματισμένος ἀπὸ ὑπερφυσικὸ φῶς καὶ ἐκτεινόμενος πρὸς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Τὸ ὅραμα τοῦτο προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅλοι δὲ οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως πρὸ τοῦ ὑπερφυοῦς τούτου θεάματος κατελήφθησαν ἀπὸ ἔκσταση. Ἐπωφελούμενος τῆς περιστάσεως ὁ Πατριάρχης Κύριλλος, περιστοιχούμενος ἀπὸ τὸν ἱερὸ κλῆρο, συγκάλεσε τὸ πλῆθος τῶν παρισταμένων Χριστιανῶν στὸ ναὸ καὶ δοξολόγησαν τὸν Θεό.
Ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔγινε στὶς 27 Ὀκτωβρίου τοῦ 312 μ.Χ. πρὸς τὸν Μέγα Κωνσταντίνο, μὲ τὸ νικητήριο ἔμβλημα «ἐν τούτῳ νίκα», τὴν παραμονὴ τῆς μάχης ἐναντίον τοῦ Μαξεντίου.
Περὶ τοῦ σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ποὺ φανερώθηκε ὑπεράνω τοῦ Γολγοθᾶ μαρτυροῦν, πλὴν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος (397 μ.Χ.), τὸ Πασχάλιον Χρονικὸν καὶ ἄλλοι Βυζαντινοὶ χρονογράφοι.

Ἡλ. Πηγή: synaxarion.gr

Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

Οσία Σοφία η εν Κλεισούρα Καστορίας ασκήσασα

Η Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, το γένος Αμανατίου Σαουλίδου, γεννήθηκε το 1883 μ.Χ. στο χωριό Σαρή-ποπά (ή Σαρή-παπά) της επαρχίας Αρδάσης Τριπόλεως, Νόμου Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1907 μ.Χ. παντρεύεται με τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη στο χωριό Το(γ)ρούλ της επαρχίας Αρδάσης και μετά από τρία χρόνια, το 1910 μ.Χ., απέκτησε ένα παιδί. Έπειτα από δύο χρόνια, χάνει το παιδί της το οποίο βρίσκει τραγικό θάνατο, αφού φαγώθηκε από χοίρους, ενώ δυο χρόνια μετά, το 1914 μ.Χ. χάνει και τον άντρα της τον οποίο τον πήραν οι Τούρκοι στα τάγματα εργασίας, όπου και μάλλον απεβίωσε.
Η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο Άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο.
Στην ανταλλαγή των πληθυσμών το καράβι που μετέφερε τους συγχωριανούς της Σοφίας στην Ελλάδα κινδύνεψε να καταποντιστεί. Αυτή έβλεπε τα κύματα γεμάτα από Αγγέλους και την Παναγία. Ζήτησε απ᾿ αυτήν να πνιγεί η ίδια και να σωθούν οι συγχωριανοί της. Η Παναγία τους έσωσε όλους. Ο καπετάνιος δεν το πίστευε πώς σώθηκαν κι έλεγε: «Κάποιον άγιο έχουμε» και οι χωριανοί του απάντησαν: «Τη Σοφία».
Το 1927 μ.Χ. με παρότρυνση της Παναγίας πηγαίνει στο μοναστήρι της στην Κλεισούρα της Καστοριάς, στην Ιερά Μονή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου έζησε ασκητικά για μισό περίπου αιώνα. Εκεί βρήκε έναν ενάρετο ιερομόναχο, τον π. Γρηγόριο, που είχε έλθει από το Άγιο Όρος, ο οποίος την κατάρτισε στη μοναχική ζωή. Έζησε ασκητικά ως λαϊκή, φορώντας τα μαύρα της χηρείας και της ασκήσεως, καθισμένη πάνω στο τζάκι και αλείφοντας το πρόσωπό της με στάχτη, για να μη φαίνεται η ομορφιά του.
Τα περισσότερα χρόνια τα πέρασε μόνη της, με μόνο τον Θεό, μια και το μοναστήρι έμεινε χωρίς μοναχούς. Υπέμεινε τους δριμείς χειμώνες, με τη θερμοκρασία να πέφτει στους -15 βαθμούς, και την πολλή υγρασία του τόπου. Όταν της έλεγαν ν’ ανάψει φωτιά, φώναζε ένα μακρόσυρτο «Όχι!», που ακόμα ηχεί στα αυτιά όσων την άκουσαν. Κυκλοφορούσε ξυπόλητη, ενώ τα ρούχα της ήταν πάντα κουρελιασμένα και ανεπαρκή για τις συνθήκες της περιοχής. Της έδιναν καινούργια. Δεν τα φορούσε, αλλά τα πρόσφερε σε όσους είχαν ανάγκη. Κοιμόταν και σ’ έναν άλλο χώρο, πάνω σε άχυρα, αλλά από κάτω είχε βάλει σουβλερές πέτρες. Δεν λουζόταν ποτέ ούτε χτενιζόταν, και τα μαλλιά της είχαν σκληρύνει πολύ. Όταν κάποτε χρειάστηκε να τα σηκώσει από τα μάτια της, για να βλέπει καλύτερα, αναγκάστηκε να τα κόψει με το ψαλίδι που κούρευαν τα πρόβατα. Παρ’ όλα αυτά όμως, το κεφάλι της ευωδίαζε.
Το φαγητό της ήταν λιτότατο, συνήθως με ό, τι έβρισκε στην περιοχή: μανιτάρια, μούσκλια, αγριόχορτα, φτέρη, φύλλα των δέντρων, ή με λίγη ντομάτα τουρσί, μουχλιασμένη. Τα σαββατοκύριακα έβαζε και μια κουταλιά λάδι στο πιάτο της. Άλλες φορές άνοιγε καμιά κονσέρβα ψάρι και το έτρωγε όταν είχε πιάσει ένα δάχτυλο μούχλα. Έτρωγε και σε παλιά σκουριασμένα ορειχάλκινα σκεύη, αλλά δεν πάθαινε τίποτα. Νήστευε και με το παλαιό και με το νέο ημερολόγιο, για να μη σκανδαλίζει κανέναν και όταν κάποιοι διαμαρτύρονταν για τις «υπερβολές» της, τους απαντούσε: «Παιδεύω το σαρκίο μου».
Κι όμως, αυτή η αυστηρή με τον εαυτό της ασκήτρια ήταν πολύ γλυκιά και επιεικής με τους άλλους. Δεν κρατούσε δραχμή από τα χρήματα που της έδιναν, αλλά τα έκρυβε για να τα δώσει στους αναγκεμένους όταν θα ερχόταν η ώρα. Τα τότε κοριτσάκια, σημερινές γερόντισσες της Κλεισούρας, που μιλούσαν ελληνικά και βλάχικα, αγαπούσαν τη συντροφιά της, έστω κι αν δεν καταλάβαιναν τα ποντιακά της. Νουθετούσε τις άγαμες κοπέλες που τύχαινε να παραστρατήσουν, φρόντιζε να παντρευτούν, τις προίκιζε από τα χρήματα που της έδιναν και ανέθετε στην Παναγία την προστασία τους. «Η Παναΐα κι θα χαντ᾿ σας» (δεν θα σας χάσει η Παναγία), τους έλεγε.
Ποτέ δεν πλήγωσε ή στενοχώρησε κανένα. Αν καταλάβαινε ότι κάποιος είχε προβλήματα μέσα του, περνούσε από δίπλα του, του έλεγε ένα δυο λόγια, χωρίς να την αντιληφθούν οι άλλοι, απομακρυνόταν, κι εκείνος την ακολουθούσε. Τον παρηγορούσε, τον συμβούλευε, τον ενίσχυε με τη χάρη του Θεού, κι αυτός έφευγε άλλος άνθρωπος. Έλεγε πολλές φορές: «Αυτοί ήρθαν μαύροι στην Παναγία και φεύγουν άσπροι». Γνώριζε πολλά σκάνδαλα από ιερείς, μοναχούς, λαϊκούς... Δεν κατηγορούσε ποτέ κανέναν, αλλά έλεγε: «Να σκεπάζετε, να σας σκεπάζει ο Θεός».
Αγαπούσε και τα ζώα. Είχε μια αρκούδα, που ζούσε στο δάσος και την έλεγε «ρούσα». Ερχόταν κι έπαιρνε τροφή από τα χέρια της, της έγλειφε τα χέρια και τα πόδια από ευγνωμοσύνη κι επέστρεφε στο δάσος. Έβαζε ψίχουλα στα περβάζια των παραθύρων για τα πουλάκια, κι αυτά, όταν η αγία προσευχόταν, φτερούγιζαν γύρω της και κελαηδούσαν. Σαν να ζούσε στον Παράδεισο, πριν από την πτώση.
                Είχε κοινωνία με την Παναγία και τους Αγίους. Το 1967 μ.Χ., αρρώστησε βαριά, από σκωληκοειδίτιδα ή κήλη, ώστε να διπλωθεί στα δύο από τον πόνο. Δεν δέχτηκε γιατρό αλλά έλεγε: «Θα ‘ρθει η Παναγία να με πάρει από τον πόνο». Έβαζε στουπιά η φυτίλια από τις κανδήλες, ώσπου σάπισε η πληγή κι έβγαζε κακοσμία. Τότε της εμφανίστηκε η Παναγία με τον αρχάγγελο Γαβριήλ και τον Άγιο Γεώργιο. Της είπε ο αρχάγγελος: «Θα σε κόψουμε τώρα». Αυτή απάντησε: «Είμαι αμαρτωλή, να εξομολογηθώ, να κοινωνήσω, και να με κόψεις». Μια «εγχείρηση θα σου κάνουμε», της απαντά. Έγινε η επέμβαση, η Σοφία έγινε καλά και συχνά σήκωνε χωρίς ντροπή την μπλούζα ή το φόρεμά της, για να δείξει στον κόσμο την τομή που έκλεισε μόνη της.
Η Οσία Σοφία, η «ἀσκήτισσα τῆς Παναγιᾶς» όπως αποκαλείται, εκοιμήθη εν Κυρίω στις 6 Μαΐου 1974 μ.Χ. Στις 7 Ιουλίου 1981 μ.Χ. γίνεται η πρώτη ανακομιδή των λειψάνων της, τα οποία ευωδιάζουν. Στις 27 Μαΐου 1998 μ.Χ. γίνεται η δεύερη ανακομιδή των λειψάνων της τα οποία μεταφέρονται στο μοναστήρι από το Σεβ. Μητροπολίτη Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ.
Η Μεγάλη Εκκλησία την ενέταξε το 2011 μ.Χ. στις αγιολογικές δέλτους της και την 1η Ιουλίου 2012 μ.Χ., έγινε η επίσημη ανακήρυξή της από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Καστοριά.
Ηλ. πηγή: saint.gr 

Ακολουθία Όρθρου και Θείας Λειτουργίας Οσίας Σοφίας Κλεισούρας (6/5/2020)

Παρακολουθήστε ζωντανά την ακολουθία του Όρθρου και τη Θεία Λειτουργία από τον Ιερό μας Ναό, επί τη μνήμη της Οσίας Μητρός Ημών Σοφίας της εν Κλεισούρα Καστορίας ασκησάσης, από το κανάλι μας στο Youtube και από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας 106,3 fm

Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Ο Άγιος νεομάρτυρας Εφραίμ ο Νεοφανής

Για τον Άγιο αυτόν Νεομάρτυρα δεν γνωρίζαμε τίποτε μέχρι τις 3 Ιανουαρίου 1950, οπότε και φανέρωσε τον τόπο της ταφής του, στην αρχαία Μονή του Ευαγγελισμού, στο όρος Αμώμων (Πεντέλη), στην Νέα Μάκρη Αττικής. Από το 1965 μέχρι σήμερα, ο Άγιος εμφανίσθηκε πολλές φορές σε μοναχές της μονής ή σε προσκυνητές, στον ύπνο τους ή μπροστά τους, καλυπτόμενος από υπέρλαμπρο φως και γλυκύτατη ευωδία, διηγούμενος με λεπτομέρειες, για τις οποίες υπάρχει εντυπωσιακή ταύτιση, τον βίο του και τις συνθήκες του μαρτυρίου του.
Ο Άγιος Εφραίμ έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, σε μονή που άκμαζε την εποχή εκείνη. Μετά από είκοσι χρόνια ασκητικής βιοτής, συνελήφθη από τους Τούρκους που έσφαξαν όλους τους υπόλοιπους μοναχούς και κατέστρεψαν την μονή. Από τις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 μέχρι τις 5 Μαΐου 1426 υποβλήθηκε σε πλήθος βασανιστηρίων. Τέλος, οι βάρβαροι τον κρέμασαν ανάποδα σε μια μουριά, κάρφωσαν τα πόδια του και το κεφάλι στο δένδρο και παρέδωσαν το σώμα του στις φλόγες.
Μετά την αποκάλυψη αυτή, ο Άγιος δεν έπαυσε να δείχνει ότι είναι εν Θεώ ζωντανός, με πολλές εμφανίσεις και ιάματα. Εμφανίζεται με την μορφή ενός κάτισχνου στην όψη ασκητή ή με τα ιερατικά του άμφια και δηλώνει την ταυτότητα του λέγοντας: «Ονομάζομαι Εφραίμ!» Στους μεν θεραπεύει ανίατες ασθένειες, σε άλλους ενδυναμώνει την κλονισμένη πίστη, σώζει από κινδύνους ή πυρκαγιά, ή πάλι παρηγορεί τους βασανισμένους από πίκρες και θλίψεις, δείχνοντας τους τα βάσανα που πέρασε ο ίδιος για την αγάπη του Χριστού.
Το 1982, ο Άγιος Εφραίμ εμφανίσθηκε σε έναν πιστό μαζί με τον Άγιο ιερομάρτυρα Ραφαήλ τον εκ Μυτιλήνης, που φανερώθηκε κι αυτός σε πρόσφατους καιρούς κάτω από παρόμοιες συνθήκες [9 Απρ.]. Ο Κύριος φαίνεται με τον τρόπο αυτό να θέλει να δείξει προφητικά ότι σήμερα, όπως και χθες, χαίρεται εν τοις αγίοις Του και επιχέει μέσω αυτών την χάρη του προς οικοδομήν της Εκκλησίας και παρηγορίαν των πιστών.

Κείμενο-Εικόνα: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος ένατος – Μαϊος, σελ. 64-66)

Ἡλ. πηγή: pemptousia.gr

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Ειρήνη (Αρχιμ. Ανανία Κουστένη)

Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης

Έλαμψε στον 4ο μ. Χ. αιώνα. Ήταν Περσίδα. Εκτάκτου καλλονής και σοφίας μεγάλης και χάριτος. Ο πατέ­ρας της ήταν διοικητής μιας επαρχίας. Κι ελέγετο Λικίνιος. Την είχε μονάκριβη. Και  έφτιαξε πύργο, όπως ξέρομε για την αγία Βαρβάρα, και την έβαλε εκεί, κι έβαλε και κοπέλες να την υπηρετούν κι ένα σοφό δάσκαλο, τον Απελλιανό, να την μαθαίνει γράμματα. Για τον χριστιανισμό δεν είχε ακούσει. Ή, μάλλον, είχε ακούσει τα χειρότερα. Δυσφη­μούσαν εκεί τους χριστιανούς, μ’ ό,τι ανοίκειο και μ’ ό,τι αρνητικό. Πήγε μια μέρα, βρήκε ο πατέρας της απ’ το παζάρι μια θεραπαινίδα, υπηρέτρια ωραιότα­τη. Και την πήρε να υπηρετεί την κόρη του. Αυτή ήταν, όμως, χριστιανή. Συνετή και ταπεινή. Την αγάπησε η Πηνελόπη, έτσι λέγανε αρχικά την Ειρήνη, και σιγά σιγά εκείνη, με τον υπέροχο τρόπο της, την έφερε στον Χριστό. Κι εβαπτίσθη.
ageir2
Πηγή:xrostiras.blogspot.com
Τό ’μαθε ο πατέρας της και σκύλιασε. Και την υπέβαλε σε βασανιστήρια. Έβαλε άλογα άγρια και αδάμαστα, να την καταπατήσουν. Κι ένα φεύγει από ’κει που ήταν και πατούσαν την Πηνελόπη, την είχαν βάλει εν τω μεταξύ Ειρήνη, τό ’χε ζητήσει ο Χριστός τ’ όνομά της, γι’ αυτό η Πηνελόπη γιορτάζει της αγίας Ειρήνης, να το ξέρουν, και πάει και σκοτώνει τον Λικίνιο. Τά ’χασαν όλοι. Και πόνεσε η ψυχή της, όμως. Γιατί οι χριστιανοί έχουν τα καλύτερα αισθήματα για τους φυσικούς γονείς και για κάθε άνθρωπο. Για τους αμαρτωλούς όλους. Για τους διώκτες. Και προσευχήθηκε θερμά στον Αναστάντα και σηκώθηκε ο πατέρας της. Ήταν καλή φύσις.
Ήταν, όμως, στο σκοτάδι. Στην πυρσολατρεία και στην ηλιολατρεία. Και μόλις το είδε αυτό, κατεπλάγη. «Τί ειν’ αυτό, παιδί μου;» λέει. «Αυτή είναι θρησκεία. Πού ’μαστε τόσο καιρό στο σκοτάδι;» Και την ημέρα εκείνη εβαπτίσθη και αυτός και η γυναίκα του και τρείς χιλιάδες Πέρσες. Και μάλιστα ο Λικίνιος άφησε τη θέση που είχε, δεν μπορούσε, άλλωστε να την κρατήσει, την άφησε και μόνος του, και πήγε εκεί στο παλάτι πού ’χε φτιάξει στην κόρη του, στο εξοχικό, κι έμεινε εκεί και μόνασε ο άνθρω­πος. Κι είχε και την Ειρήνη από κοντά κι εκείνη έκανε όλες τις φιλανθρωπίες, όλες τις αγαθοεργίες.
Αλλά ο νέος άρχοντας που ήλθε, ο Σεδδεκίας, κι αφού απέθανε ο Λικίνιος, τον οποίο εσέβετο, παρότι είχε γίνει, δεν ήτο αυτοκράτωρ ο Λικίνιος, λοιπόν, χριστιανός, γι’ αυτό δεν τον εδίωκε. Μόλις έφυγε ο Λικίνιος, την υπέβαλε, λοιπόν, σε πολλά και μεγά­λα βασανιστήρια.  Κι εκείνη στο τέλος νίκησε. Και αμέ­τρητοι Πέρσες, χιλιάδες Πέρσες, ήλθαν στην Εκκλησία του Χριστού. Μεγάλη αγία η αγία Ειρήνη. Πολύ μεγάλη αγία. Πάρα πολύ μεγάλη αγία. Και μετά, ο Σαπώρ ο Β’, ο Σαβώρειος, κατά τον άγιο Θεοφάνη, την εξεδίωξε. Πήρε στράτευμα και πήγε στα βουνά, εκεί που κατέφυγε η αγία, να την κατα­διώξει. Και τί έπαθε; Τυφλώθηκε. Και αυτός και όλο το στράτευμα. Και ακινητοποιήθηκαν και δεν ήξεραν τι συμβαίνει. Και τότε η αγία τούς θεράπευσε θαυματουργικά. Και την άφησε. Τί να κάνει το θηρία αυτό; Σου λέει, εδώ αυτή είναι πιο δυνατή από μένα. Κι απ’ τούς Θεούς μας κι απ’ τους μάγους μας κι απ’ τις φωτιές μας κι από τους ήλιους μας. Την άφησε.
Κι εκείνη, σιγά-σιγά, άρχισε να κάνει την Ιεραπό­στολο. Γιατί είναι ιεραπόστολος και ισαπόστολος η αγία Ειρήνη. Και ήλθε μέχρι την Έφεσο. Έκαμε κέντρο ιεραποστολής την Έφεσο, συνέχισε το έργο και του αποστόλου Παύλου και του ευαγγελιστή Ιωάννη, του Θεολόγου, του αγίου Τιμοθέου κι έφερε αμέτρητους στην Εκκλησία. Και πλήρης ημερών εκοιμήθη στην ’Έφεσο η αγία μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος Ειρήνη, αφού έφερε αμέτρητους στον Χριστό και τους έβαλε στον παράδεισο. Νά ’χουμε την ευχή της. Κι όσοι την εορτάζουν κι έχουν τ’ όνομά της και την τιμούν, να την έχουν παραπά­νω.

( Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης, Εαρινό Συναξάρι, τ. Β΄, σ. 90-93)

Ἡλ. Πηγή: pemptousia.gr

Κυριακή 3 Μαΐου 2020

Κυριακή των Μυροφόρων - Η τόλμη στην χριστιανική πράξη (Ι. Γκιάφη)

Ιωάννου Αν. Γκιάφη
Θεολόγου- Πολιτικού Επιστήμονος

    Ο αρχαίος ποιητής Όμηρος σε μια από τις εξαίσιες ραψωδίες του γράφει για τον περίφημο ήρωα Οδυσσέα τα εξής: "Θαρσαλέος ἀνὴρ ἐν πᾶσιν ἀμείνων''. "Ο θαρραλέος άνθρωπος υπερτερεί σε όλα.'' Πράγματι στο ξακουστό έργο του ''Οδύσσεια'' συνεχώς καταδεικνύει το απαράμιλλο θάρρος και την δυνατή τόλμη του Οδυσσέα, όταν έρχεται αντιμέτωπος με διάφορες περιπετειώδεις προκλήσεις. Αλλά και εάν στρέψουμε τη σκέψη μας στους μεταγενέστερους αγώνες των Ελλήνων, θα διαπιστώσουμε πως εισέρχονταν στη μάχη με θάρρος και τόλμη. Δεν υπολόγιζαν το κίνδυνο. Δεν λογάριαζαν τον θάνατο. Δεν σκέφτονταν τη ζωή τους μπροστά στο εθνικό συμφέρον. Προέτασσαν θαρραλέα όλο τους το ''είναι'' και πετύχαιναν σπουδαία κατορθώματα. Ως κινητήριο μοχλό τους  πάντοτε είχαν την αφοβία στις οποιεσδήποτε περιστάσεις και καταστάσεις.
    Όμως και σήμερα στο ιερό ευαγγελικό ανάγνωσμα παρουσιάζονται ορισμένα πρόσωπα με αυτά τα δυναμικά στοιχεία. Εμφανίζονται συγκεκριμένα πρόσωπα που προβαίνουν σε τολμηρές και ριψοκίνδυνες πράξεις. Κατά πρώτον ο ''ευσχήμων'' βουλευτής Ιωσήφ, ο από Αριμαθαίας, ο οποίος "τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ'' (Μαρκ.15,43). Παρά την επιφανή θέση του ως μέλος του Ιουδαϊκού συνεδρίου και την εύπορη κατάστασή του, τολμάει να ζητήσει το νεκρό σώμα του Ιησού. Όντας κρυφός ακόλουθος του Κυρίου και πιστός στα της Βασιλείας του Θεού, επιθυμεί μαζί με τον Νικόδημο, να ενταφιάσει τον κεκοιμημένο Διδάσκαλο. Έστω και την ύστατη στιγμή θέλει  να εκφράσει την ολόθερμη αγάπη του προς τον Δημιουργό πάσης της κτίσης. Όχι μυστικά, αλλά φανερά πλέον με το αίτημά του προς τον Πιλάτο δείχνει το καρδιακό σύνδεσμό του με την Σταυρωμένη Αγάπη, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. ''Δεν υπολογίζει ότι πλούσιος είναι και θα εκπέσει από τον πλούτο και θα διαβληθεί από τους Ιουδαίους, παρά ζητάει το σώμα του αδίκως Σταυρωθέντα.''(Ιερός Θεοφύλακτος). Μόλις δε εκπληρώνεται το αίτημά του, λαμβάνει το νεκρό σώμα, το τυλίγει σε ολοκαίνουργια σινδόνα και το εναποθέτει σε μνημείο, σκαλισμένο σε βράχο. Έτσι αποδίδει όλες τις νεκρικές τιμές προς τον νεκρό Ιησού, ώστε να μην υστερεί σε τίποτα.
     Ο ιερός ευαγγελιστής Μάρκος εκτός του Ιωσήφ, μας προβάλλει και την τολμηρή πράξη τριών γυναικών, της Μαρίας της Μαγδαληνής, της Μαρίας του Ιακώβου και της Σαλώμης. Τρεις αφοσιωμένες μαθήτριες του Διδασκάλου! Τρεις μυροφόρες! Αψηφώντας δυσκολίες, υπερνικώντας εμπόδια και μην υπολογίζοντας την κοινωνική θέση τους, φθάνουν το ξημέρωμα της Κυριακής στον τάφο του Ιησού. ''Όρθρου βαθέως'' και έχοντας εφοδιαστεί με πολύτιμα αρώματα-μύρα, έρχονται να αποτίσουν τον φόρο της τιμής τους προς τον Κύριο. Εφαλτήριο αυτής της θαρραλέας ενέργειάς τους είναι η αγάπη τους για τον Θεάνθρωπο Κύριο. Γι' αυτό και δεν λογαριάζουν την ώρα και τους στρατιώτες, παρά την πραγμάτωση του σκοπού τους, το να μυρώσουν τον νεκρό Ιησού. Αντί να προβούν στην σχεδιασμένη πράξη τους, βρίσκονται μετ' εκπλήξεως μπροστά σε κάτι το υπερθαύμαστο. Καθίστανται οι πρώτοι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού. Άγγελος Κυρίου τις μεταφέρει την χαρμόσυνη είδηση: ''Ἠγέρθη, οὔκ ἐστιν ὧδε'' (Μαρκ. 16,6) και τις προτρέπει να λάβουν τα διαπιστευτήρια από το κενό μνημείο. Τις παραγγέλνει την αναστάσιμη πραγματικότητα να την μεταλαμπαδεύσουν στους μαθητές του Κυρίου. Οι γυναίκες όσο κι αν ήταν υποτιμημένες στην Ιουδαϊκή κοινωνία, τόσο υπερτιμημένες εμφανίζονται στα μάτια του Θεού. Ο Κύριος τις ανταμείβει για την τολμηρή πράξη τους, αφού γεύονται την εμπειρία της Αναστάσεως! Μπορεί της πρώτης γυναίκας της Εύας να συνδέθηκε το όνομά της με την πτώση και την αμαρτία, οι μυροφόρες όμως συνδέονται με την Ανάσταση και την σωτηρία. Πόση τιμή και πόση αξία! Οι μυροφόρες γίνονται από διακόνισσες του μυστηρίου του θανάτου, ευαγγελίστριες της αναστάσιμης χαράς.
    Οι τολμηρές πράξεις του Ιωσήφ και των Μυροφόρων ίσως πρέπει και για μας να αποτελέσουν ένα πνευματικό αφυπνιστικό κουδούνι. Ίσως πρέπει να γίνουν ένα ξυπνητήρι συναίσθησης του χριστιανικού καθήκοντός μας. Ίσως πρέπει να μας εγείρουν από την ανάπαυλα και την ραστώνη, κάνοντας μας να συνειδητοποιήσουμε το χρέος μας απέναντι στον ''Ποιητή ουρανού και γης''. Διότι τις περισσότερες φορές μας διακατέχει ο φόβος και η ατολμία. Φοβούμαστε να αποκαλύψουμε την χριστιανική μας ταυτότητα, με την δικαιολογία της κοινωνικής περιθωριοποίησης. Δεν τολμούμε να ομολογούμε ''λόγοις και έργοις'' τις ευαγγελικές επιταγές, γιατί η αμαρτία μας αφοπλίζει. Οι Μυροφόρες τόλμησαν να υπάγουν στο κενό μνημείο, μη φοβούμενες την στρατιωτική φρουρά. Ο Ιωσήφ τόλμησε να αιτηθεί το νεκρό σώμα του Ιησού, διατρέχοντας τον κίνδυνο της απώλειας της θέσης του.  Εμείς τολμούμε για τον Χριστό; Μήπως δεν τολμούμε αληθινά;
     Οι άγιοι μάρτυρες και νεομάρτυρες τόλμησαν με θάρρος να ομολογήσουν την χριστιανική αλήθεια ενώπιον αδίστακτων τυράννων. Ο Ιερός Χρυσόστομος τόλμησε και ήλεγξε την αυτοκράτειρα Ευδοξία για τα ανοσιουργήματά της. Ο Άγιος μεγαλομάρτυρας Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος τόλμησε και μπροστά στον Διοκλητιανό αρνήθηκε να συλλάβει τους χριστιανούς της επαρχίας του. Σήμερα η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει την μνήμη ενός ιερατικού ζεύγους, του Τιμοθέου και της Μαύρας. Όταν ο ειδωλολάτρης έπαρχος Αρριανός ζήτησε από τον ιερέα Τιμόθεο να κάψει δημόσια τα ιερά βιβλία του, εκείνος με θάρρος και τόλμη του απάντησε: ''Όπως ο στρατιώτης στη μάχη δεν παραδίνει τα όπλα στον εχθρό, διότι αλλιώς θεωρείται λιποτάκτης, έτσι κι εγώ δεν μπορώ να τα παραδώσω. Δίνω τη ζωή μου, μα όχι τα ιερά μου βιβλία.'' Και μετά από σκληρά βασανιστήρια ακολούθησε ο σταυρικός θάνατος αυτού και της συζύγου του, λαμβάνοντας και οι δύο το αμαράντινο στεφάνι της δόξης του Θεού. Η γνήσια χριστιανική ζωή απαιτεί τόλμη και θάρρος! Γένοιτο!

Κυριακή Μυροφόρων - Ζωντανή Μετάδοση Όρθρου και Θείας Λειτουργίας 3/5/2020

Παρακολουθήστε ζωντανά την Ακολουθία του Όρθρου και την Θεία Λειτουργία της Κυριακής των Μυροφόρων (κεκλεισμένων των θυρών) από το κανάλι μας στο Youtube.