Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Βίος τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ μυροβλύτου - 12 Νοεμβρίου (κοίμηση) - 7 Μαΐου (ανακομιδή λειψάνων)

            Εὐφραίνου ἐν Κυρίῳ ὁ ἁγιώνυμος Ἄθως, ὁ νοητὸς τῆς Θεοτόκου καὶ ὡραῖος παράδεισος· ἰδοὺ γὰρ ἐν ταῖς ὑπωρείαις σου ἐξήνθησαν κρίνα ἀειθαλῆ καὶ πανεύοσμα, καὶ ἐν ταῖς κοιλάσι καὶ παραλίοις σου δένδρα οὐρανομήκη καὶ εὐσκιόφυλλα ἀνεβλάστησαν, καρποὺς ἀθανάτους τοῦ Πνεύματος προβαλλόμενα... (ὅσιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης)
ΣΤΟ ΝΟΤΙΟ ἄκρο τῆς χερσονήσου τοῦ Ἄθω, σὲ ἀπόσταση μίας ὥρας περίπου ἀπὸ τὰ Καυσοκαλύβια, πρὸς τὴ Μεγίστη Λαύρα, μέσα σ᾿ ἕνα ἐπιβλητικὰ ἄγριο τοπίο θαυμαστῆς φυσικῆς ὀμορφιᾶς καὶ στὴν κορφὴ ἑνὸς ἀπότομου βράχου, διακόσια πενήντα περίπου μέτρα πάνω ἀπὸ τὴ θάλασσα, κυριολεκτικὰ μεταξὺ οὐρανοῦ καὶ γῆς», βρίσκεται τὸ σπήλαιο τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ μυροβλύτου.
Ὁ ὅσιος Νεῖλος, ποὺ ἀσκήθηκε ἐδῶ, εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ «ἀειθαλῆ καὶ πανεύοσμα» κρίνα, ἕνα ἀπὸ τὰ «οὐρανόμηκη καὶ εὐσκιόφυλλα» δέντρα, ποὺ βλάστησαν ἐν ταῖς ὑπωρείαις καὶ ἐν ταῖς κοιλάσι καὶ παραλίοις· τοῦ ἁγιοτόκου Ἄθωνα.

Βλαστὸς τῆς εὐάνδρου Πελοποννήσου, γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἅγιος Πέτρος τῆς Κυνουρίας στὰ τέλη τοῦ 16ου αἰ. Ἀνατράφηκε «ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου» (Ἐφ. 6:4) ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς του καὶ διδάχθηκε τὰ ἱερὰ γράμματα ἀπὸ τὸν ἐνάρετο καὶ μορφωμένο θεῖο του Ἱερομόναχο Μακάριο. Μὲ τὴ συνετὴ καθοδήγηση καὶ τὶς συμβουλὲς τοῦ τελευταίου, ὁ μικρὸς Νικόλαος Τερζάκης -ἔτσι λεγόταν στὸν κόσμο ὁ ἅγιος- «προέκοπτε σοφίᾳ καὶ ἡλικίᾳ καὶ χάριτι παρὰ Θεῷ καὶ ἀνθρώποις» (Λουκ. 2:52).
Πολὺ νωρὶς ὁ σπόρος τοῦ θείου λόγου, ποὺ ἔπεσε «ἐπὶ τὴν γῆν τὴν καλήν» (Ματθ. 13:23), ἔδωσε καρπὸ ἑκατονταπλάσιο. Ἔτσι στὴν ψυχὴ τοῦ Νικολάου ἄναψε ὁ θεῖος ἔρωτας τόσο, ποὺ ἡ ματαιότητα τοῦ κόσμου δὲν μποροῦσε νὰ τὸν κρατήσει πιὰ κοντά της. Ἀκολούθησε, λοιπόν, τὸ θεῖο του στὴν Ἱστορικὴ Μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Μαλεβῆ, ἀνδρῴα τότε, ποὺ βρίσκεται στὰ βόρεια ἀντερείσματα τοῦ Πάρνωνα καὶ χρονολογεῖται ἀπὸ τὸν 8ο αἰ. Ἐκεῖ, «τῷ ζυγῷ τοῦ Χριστοῦ ὑποσχὼν τὸν αὐχένα», κατὰ τὸν ἱερὸ ὑμνογράφο του, «πρὸς ἀσκητικοὺς ἀγώνας ἀνδρείᾳ ψυχῇ ἀπεδύσατο».
Στὴ μοναχική του κουρὰ πῆρε τὸ ὄνομα τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ Σιναΐτη. Τὸν μεγάλο αὐτὸ νηπτικὸ πατέρα τοῦ 5ου αἰ. μιμήθηκε ὁ συνώνυμός του νέος μοναχὸς στὴν ἄσκηση στὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ὑπακοή, στὴ νηστεία καὶ τὴν ἐγκράτεια, στοὺς κόπους καὶ τὶς κακοπάθειες, στὶς προσευχὲς καὶ τὶς ἀγρυπνίες. Τόσο φλογερὸς ἦταν ὁ ἀσκητικός του ζῆλος, ὥστε λίγο ἀργότερα, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ γέροντά του, ἐγκαταβίωσε σὲ μιὰ σπηλιά, πιὸ πάνω ἀπὸ τὸ μοναστήρι, γνωστὴ σήμερα μὲ τὴν ὀνομασία «Ἀσκητήριο τοῦ Ἁγίου Νείλου».
        Γιὰ τὴν καθαρότητα καὶ τὶς ἀρετές του, ἀξιώθηκε νὰ λάβει, ὅταν ἔφτασε στὴν κατάλληλη ἡλικία, τὸ χάρισμα τῆς Ἱερωσύνης. Παράλληλα ἔμαθε καὶ τὴν Ἱερὴ τέχνη τῆς εἰκονογραφίας, στὴν ὁποία ἐπιδόθηκε μὲ ἐπιτυχία.
Ὁ ἱερομόναχος Μακάριος ἔμεινε δεκαπέντε περίπου χρόνια στὴ Μαλεβή. Ὕστερα, ποθώντας ἡσυχαστικότερη ζωή, ἀνεχώρησε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὅπως ἀναφέρει ὁ ἴδιος στὴ διαθήκη του, γραμμένη τὸ 1608, «σπινθὴρ θεῖος κατὰ τὸ συνειδὸς τιτρωσκόμενός μου τὴν καρδίαν οὐκ ἐπαύσατο, ἀλλ᾿ ἀεὶ ἐλεγχόμενος ὑπ᾿ αὐτοῦ διακαῶς εἶχον τὴν καρδίαν μου ἀπαρτίσαι τὸ τῆς ἐμῆς ψυχῆς καταθύμιον, λέγω δὴ τὰ τῆς ἡσυχίας κατορθώματα. Πορευθεὶς γοῦν πρὸς εὕρεσιν τόπου ἐπιτηδείου, ὥστε ἐν ἡσυχίᾳ μονᾶσαι κατὰ μόνας, καὶ περιερχόμενος ἅπαντα τὰ τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους καταφύγιά τε καὶ καταγώγια, ἦλθον καὶ μέχρις ὁρίων τῆς ἁγίας Λαύρας, ἐν οἶς τετυχηκὼς εὗρον χῶρον ἐπιτήδειον, καθὼς ἐβουλόμην, εἰς ἐμὴν οἴκησιν».
Ὁ ἅγιος Νεῖλος ἀκολούθησε τὸν πνευματικό του πατέρα στὸν Ἄθωνα. Πρόσφεραν συμβολικά, ὅπως συνηθίζεται, ἕνα φλουρὶ στὴν κυρίαρχη Μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας καὶ ἀγόρασαν τὸν τόπο ἐκεῖνο, ὃς ἐπονομαζόμενος ἦν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ τῶν ὁσίων πατέρων Πέτρου τε καὶ Ἀθανασίου». Στὴν περιοχὴ αὐτή, περιοχὴ πανέμορφη ἀλλὰ καὶ πανέρημη ἡ πλησιόχωρη Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων ἱδρύθηκε ἀργότερα, γύρω στὰ 1700, εἶχε ζήσει καὶ ὁ πρῶτος γνωστὸς Ἁγιορείτης ἀσκητής, ὁ ὅσιος Πέτρος ὁ Ἀθωνίτης (8ος αἰ.)
      «Συχνοῖς ἱδρῶσι καὶ κόποις μεγίστοις· γέροντας καὶ ὑποτακτικὸς ἔσπασαν βράχια, ἔκοψαν ἀγριόδεντρα, ξερίζωσαν πουρνάρια, καθάρισαν ἀπὸ τὰ βάτα καὶ τ᾿ ἀγκάθια τὸν τόπο, ποὺ ἦταν πρὶν τοῖς θηρσὶ μόνοις πρὸς κατοίκησιν πρόσφορος», ἔχτισαν κελλάκια κι ἕνα ναΰδριο ἀφιερωμένο στὴν Ὑπαπαντὴ τοῦ Κυρίου (σώζονται μέχρι σήμερα στὸ ναΰδριο αὐτὸ ἴχνη τοιχογραφιῶν ποὺ φιλοτέχνησε, κατὰ τὴν παράδοση, ὁ ἅγιος Νεῖλος) καὶ ἐπιδόθηκαν μὲ ἔνθεο ζῆλο στὸν νηπτικὸ βίο.
Πέρασαν μερικὰ χρόνια, καὶ ὁ ἱερομόναχος Μακάριος ἀναχώρησε εἰρηνικὰ γιὰ τὰ οὐράνια σκηνώματα. Ὁ ἅγιος Νεῖλος, μόνος πιὰ ἀλλὰ κατάφορτος μὲ τοὺς ἁγιοπνευματικοὺς καρποὺς τῆς τέλειας ὑποταγῆς, πόθησε τὴν ἡρωικὴ ζωὴ τῆς τέλειας ἡσυχίας. Ὁ πόθος αὐτὸς ἦταν μιὰ φυσικὴ συνέχεια καὶ προέκταση τῶν προηγούμενων πνευματικῶν ἀγώνων του, μὲ τοὺς ὁποίους ἡ ψυχή του εἶχε καθαρθεῖ ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὰ πάθη.
Ἐκεῖ κοντά, σ᾿ ἕνα φοβερὸ γκρεμό, ὑπῆρχε μιὰ μικρὴ σπηλιά. Μὲ κίνδυνο τῆς ζωῆς του κατέβηκε ὁ ἅγιος στὴ σπηλιὰ αὐτή, τὴ διαρρύθμισε κατάλληλα καὶ ἔφτιαξε στὸ βάθος της ἕναν ὑποτυπώδη ναΐσκο, ποὺ τὸν ἀφιέρωσε στὸν ἀπόστολο καὶ εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη τὸ Θεολόγο, τὸν ἀγαπημένο μαθητὴ τοῦ Κυρίου καὶ τὸ παρθενικὸ πρότυπο τῶν μοναχῶν. Τώρα πιά, «τῆς σαρκὸς τὴν πρόνοιαν ὁλοσχερῶς ἀπορρίψας», ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴ νοερὰ ἐργασία, στὴ θεωρία τῆς ἄνω Ἱερουσαλήμ, καὶ ἀξιώθηκε «ἀεὶ τοῖς νοητοῖς ἐμβατεύειν καὶ συμμετεωροπορεῖν ταῖς θείαις δυνάμεσι» (ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης).
          Ἀγνοούμενος ἀπ᾿ ὅλους καὶ ἀποκομμένος ἀπὸ κάθε ἀνθρώπινη ἐπαφὴ δὲν ἐπικοινωνοῦσε παρὰ μόνο μ᾿ ἕναν μοναχό, ποὺ τοῦ ἔφερνε τὴ λιτὴ ἀσκητική του τροφὴ καὶ τὸν βοηθοῦσε στὴν τέλεση τῆς θείας Λειτουργίας, ἀγωνίστηκε νικηφόρα, «ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ» (Ματθ. 17:21), ἐναντίον τῶν δαιμόνων, ποὺ τὸν πολέμησαν λυσσαλέα, μοναδικὴ ἀλλὰ καὶ ὑπέρτατη παρηγοριὰ ἔχοντας τὴ νοερὴ καὶ καρδιακὴ κοινωνία μὲ τὸν Ἰησοῦ.
Στὸ ἀπόκρημνο ἐκεῖνο ἀσκητήριο ἔζησε ὁ ἅγιος, ἔγκλειστος καὶ ἀφανής, ὡς τὴν κοίμησή του, στὶς 12 Νοεμβρίου τοῦ 1651, τὴν ἡμέρα ἀκριβῶς ποὺ τιμᾶται ἡ μνήμη καὶ τοῦ προστάτη τοῦ ὁσίου Νείλου τοῦ Σιναΐτου. Τὸ ἅγιο σκήνωμά του ἐνταφιάστηκε μπροστὰ στὸ σπήλαιο ἀπὸ τὸ μοναχὸ ποὺ τὸν ἐπισκεπτόταν.
           Μετὰ τὴν κοίμησή του ὁ Θεὸς τὸν δόξασε μὲ τὸ χάρισμα τῆς μυροβλυσίας. Ἀπὸ τὸν τάφο του ἄρχισε νὰ ἀναβλύζει εὐῶδες ἁγίασμα, ποὺ σχημάτιζε μικρὸ ρυάκι καὶ ἔφτανε ὡς τὴ θάλασσα.
Οἱ χριστιανοὶ δὲν ἄργησαν νὰ πληροφορηθοῦν τὸ θαυμαστὸ γεγονός. Ἔτσι, ἄρχισαν νὰ καταφθάνουν ὡς ἐδῶ μὲ πλοῖα καὶ νὰ παίρνουν σὲ δοχεῖα τὸ μύρο, μὲ τὸ ὁποῖο πολλοὶ ἄρρωστοι θεραπεύθηκαν θαυματουργικά.
Ἡ συρροὴ ὅμως τῶν πιστῶν στὸν τόπο αὐτὸ ἔγινε ἀντιληπτὴ ἀπὸ τοὺς πειρατές, πού, ὅπως εἶναι γνωστό, λυμαίνονταν τὴ Μεσόγειο στὰ χρόνια της Τουρκοκρατίας. Ἐπανειλημμένα, λοιπόν, ἔπεσαν ἐπάνω στοὺς ἀνύποπτους χριστιανούς, καί, ἀφοῦ τοὺς λήστεψαν, ἄλλους σκότωσαν καὶ ἄλλους αἰχμαλώτισαν, γιὰ νὰ τοὺς πουλήσουν στὰ σκλαβοπάζαρα τῆς Ἀνατολῆς.

Ἡ κατάσταση αὐτὴ προκάλεσε μεγάλη θλίψη καὶ ταραχὴ στοὺς ἀσκητὲς τῆς περιοχῆς, ποὺ ζήτησαν τὴν ἐπέμβαση τοῦ θαυματουργοῦ συνασκητῆ τους ὁσίου Ἀκακίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη (†1730).
Ὁ ὅσιος στάθηκε ἀπέναντι ἀπὸ τὸ σπήλαιο καὶ προσευχήθηκε θερμά. Εἶπε: «Ἅγιε Νεῖλε, ἐσὺ ποὺ ἤσουνα στὴ ζωή σου τόσο ταπεινὸς καὶ ἥσυχος, γιατί τώρα ἐπιτρέπεις νὰ γίνονται τέτοιες ἀκαταστασίες καὶ ἀνωμαλίες σὲ βάρος εὐσεβῶν ἀνθρώπων; Δὲν πρόλαβε ν᾿ ἀποσώσει τὰ λόγια του ὁ ὅσιος Ἀκάκιος, καὶ ἡ ροὴ τοῦ μύρου σταμάτησε!»
Στὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν, χρόνια μαύρης σκλαβιᾶς, τὸ Ἅγιον Ὄρος γνώρισε μεγάλες περιπέτειες καὶ ἀλλεπάλληλες ἐρημώσεις, πού, σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ τὴ διακοπὴ τῆς μυροβλυσίας, συνετέλεσαν στὸ νὰ ἐγκαταλειφθεῖ τὸ σπήλαιο καὶ νὰ λησμονηθεῖ τὸ ἀκριβὲς σημεῖο τῆς ταφῆς τοῦ ἁγίου Νείλου. Ὡστόσο, καὶ μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ ἁγίου, ἡ γύρω περιοχὴ κατοικήθηκε κατὰ διαστήματα ἀπὸ φιλέρημους ἀσκητές, ὅπως φανερώνουν τὰ πολυάριθμα ὁμόλογα* ποὺ σώζονται στὴ Μεγίστη Λαύρα (1653 κ.ε.).
Τὸ σημερινὸ Κελλί**, πενήντα μέτρα δυτικὰ τοῦ ναϋδρίου τῆς Ὑπαπαντῆς, ἔχει ναὸ ἀφιερωμένο στὴν Κοίμηση τῆς Θεοτόκου, ποὺ ἀνακαινίστηκε τὸ 1745 ἀπὸ τὸν ἱερομόναχο Πελάγιο καὶ οἰκοδομήθηκε πάλι μεγαλύτερος μετὰ τὸν καταστρεπτικὸ σεισμὸ τῆς 26ης Ὀκτωβρίου τοῦ 1905.
Στὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰ. ὁ ἅγιος Νεῖλος ἐμφανίστηκε σὲ κάποιον Καυσοκαλυβίτη μοναχὸ Θεοφάνη, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας, καὶ τὸν θεράπευσε θαυματουργικὰ ἀπὸ βαρειὰ καὶ ἀνίατη ἀσθένεια***.
Τὸ θαῦμα αὐτὸ ἔγινε γνωστὸ σ᾿ ὅλη τὴν περιοχή, καὶ ἀπὸ τότε πολλοὶ μοναχοὶ ἄρχισαν νὰ ἔρχονται στὸν τόπο τῆς ἀσκήσεως τοῦ ἁγίου. Τὸ παλαιὸ μονοπάτι, ποὺ ἦταν κλεισμένο ἀπὸ τοὺς θάμνους, ἀνοίχτηκε πάλι καὶ καθαρίστηκε, τὸ σπήλαιο συγυρίστηκε καὶ εὐτρεπίστηκε, ἡ θεία Λειτουργία ἄρχισε νὰ τελεῖται τακτικὰ στὸ ἐκκλησάκι τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου ἀπὸ τὴ συνοδία τοῦ Κελλιοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου. Μάλιστα οἱ Καυσοκαλυβίτες πατέρες ἀποφάσισαν νὰ χτίσουν ἔξω ἀπὸ τὸ σπήλαιο, στὴν ἄκρη τοῦ βράχου, ἕναν μικρὸ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν ἅγιο Νεῖλο. Καθώς, λοιπόν, ἔσκαβαν γιὰ ν᾿ ἀνοίξουν τὰ θεμέλια, στὶς 7 Μαΐου τοῦ 1815, μὲ ἀπερίγραπτη χαρὰ καὶ συγκίνηση βρῆκαν τὸν τάφο καὶ τὰ τίμια λείψανα τοῦ ἁγίου, ἀπὸ τὰ ὁποῖα ξεχυνόταν ἄῤῥητη εὐωδία.
Ἀπεσταλμένοι τῆς Μεγίστης Λαύρας, ποὺ εἰδοποιήθηκε ἀμέσως, παρέλαβαν μὲ πολλὴ εὐλάβεια τὰ πανεύοσμα ὁσιακὰ ὀστᾶ καὶ τὰ μετέφεραν στὸ μοναστήρι. Ἐκεῖ τὰ ὑποδέχθηκαν ἐπίσημα, μὲ κωδωνοκρουσίες, λαμπάδες καὶ θυμιάματα, ὅλοι οἱ Λαυριῶτες πατέρες, μὲ ἐπικεφαλῆς τὸν ἐξόριστο τότε στὸ Ἅγιον Ὄρος ἐθνοϊερομάρτυρα πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως ἅγιο Γρηγόριο τὸν Ε´ (†1821). Ἡ κάρα τοῦ ὁσίου τοποθετήθηκε σὲ πολύτιμη λειψανοθήκη καὶ ξεχωρίζει μέχρι σήμερα, ἀνάμεσα στὰ ἄλλα ἅγια λείψανα τῆς Μονῆς, γιὰ τὴ θαυμάσια εὐωδία της. Στὸ Κελλὶ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου δόθηκε «χάριν εὐλογίας, ἡ ἱερὰ αὐτοῦ σιαγών, ἔχουσα ἐπάνω αὐτῆς ἕνα ὀδόντα, νὰ διαμὲνῃ ἐκεῖσε ὡς ἀφιέρωμα ἀναπόσπαστον εἰς αἰώνα τὸν ἅπαντα» (ὁμόλογο 1-8-1818).
Κατὰ τὴν ἀνακομιδὴ τῶν λειψάνων τοῦ ἁγίου ἔγιναν πολλὲς θαυματουργικὲς θεραπεῖες ἀσθενῶν, ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ ποικίλα νοσήματα.
Σὲ σύντομο χρονικὸ διάστημα τὸ ὁσιακὸ μνῆμα καλλωπίστηκε, ὁ ναὸς τοῦ ἁγίου κτίστηκε δίπλα του καὶ μιὰ πέτρινη σκάλα κατασκευάστηκε, γιὰ νὰ διευκολύνονται οἱ προσκυνητὲς στὴν κατάβασή τους πρὸς τὸ σπήλαιο.
Ἀπὸ τότε, τόσο ὁ τάφος ὅσο καὶ ἡ σιαγόνα τοῦ ἁγίου ἐκπέμπουν ἀνὰ καιροὺς πλούσια εὐωδία.
Τὸ φελόνι καὶ τὸ πετραχήλι τοῦ ἁγίου, ποὺ κι αὐτὰ εὐωδιάζουν, φυλάσσονταν μέχρι τὶς μέρες μας στὸ Κελλὶ τῆς Κοιμήσεως, ἀλλὰ ὁ τελευταῖος μοναχὸς τῆς παλαιᾶς συνοδείας, γερο-Μεθόδιος (†1993), τὰ παρέδωσε στὴ Μεγίστη Λαύρα γιὰ περισσότερη ἀσφάλεια.
Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου Νείλου ἑορτάζεται στὶς 12 Νοεμβρίου, ἡμέρα τῆς κοιμήσεώς του. Στὸ Ἅγιον Ὄρος ὅμως πανηγυρίζεται λαμπρὰ στὶς 7 Μαΐου, ἡμέρα τῆς ἀνακομιδῆς τῶν λειψάνων του.
Στὸν ἅγιο Νεῖλο εἶναι ἀφιερωμένοι, ἐκτὸς ἀπὸ τὸ ναΐσκο δίπλα στὸν τάφο του, καὶ ἄλλοι τέσσερις ναοί: Ἕνα παρεκκλήσι στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παναγίας Μαλεβῆς Κυνουρίας (τὸ κελλὶ τοῦ ὁσίου), ἄλλο ἕνα στὸ μετόχι τῆς Μονῆς στὴν Τρίπολη, ἕνας ναὸς στὴν περιοχὴ Σφερέικα Ἀγρινίου, καθὼς καὶ ἕνας μεγαλόπρεπος ἐνοριακὸς ναὸς στὸν Πειραιᾶ, στὴν περιοχὴ τοῦ Χατζηκυριακείου.
Εἴθε οἱ πρεσβεῖες τοῦ μυροβλύτη καὶ θαυματουργοῦ ὁσίου πρὸς τὸν παντοδύναμο καὶ φιλάνθρωπο Κύριο νὰ χαρίσουν σὲ ὅλους μας τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν.


* Ὁμόλογο λέγεται τὸ συμβόλαιο ἀγοραπωλησίας ἑνὸς Κελλιοῦ ἀπὸ τὴν κυρίαρχη Μονή.

** Κελλί(ον) λέγεται ἕνα αὐτοτελὲς εὐρύχωρο οἶκο δόμημα μὲ ἐνσωματωμένο ναΰδριο, περιβαλλόμενο ἀπὸ εὐρεία περιοχή. Εἶναι συνήθως μεγαλύτερο ἀπὸ καλύβη καὶ δὲν ὑπάγεται σὲ σκήτη, ἀλλὰ ἐξαρτᾶται ἀπ᾿ εὐθείας ἀπὸ κάποια μονή.

*** Δυστυχῶς, μετὰ τὸ θαῦμα, ὁ μοναχὸς Θεοφάνης πλανήθηκε καὶ δέχτηκε δαιμονικὰ ὁράματα ὡς δῆθεν προφητικὲς ἀποκαλύψεις τοῦ ἁγίου Νείλου. Οἱ «ἀποκαλύψεις» αὐτές, ποὺ καταγράφηκαν ἀπὸ κάποιον ἱερομόναχο Γεράσιμο γιατὶ ὁ Θεοφάνης ἦταν ἀγράμματος, κυκλοφορήθηκαν σὲ λίγα χειρόγραφα στὰ μέσα τοῦ 19ου αἰ. Ἀπὸ ἀρκετοὺς ἔγιναν δεκτὲς ὡς γνήσιες προφητεῖες τοῦ ἁγίου Νείλου, χρησιμοποιήθηκαν μάλιστα ἀποσπασματικὰ καὶ ἀπὸ ὁρισμένους νεότερους συγγραφεῖς. Σὰν καρπὸς ὅμως δαιμονοληψίας καὶ πλάνης, ἔχουν καταδικαστεῖ ἀπὸ τὴν ἁγιορείτικη συνείδηση ὡς νόθες. Γι᾿ αὐτὸ ἡ Ἱερὰ Κοινότης ἀρνήθηκε νὰ ἐγκρίνει τὴ μετάφραση καὶ ἔκδοσή τους στὴ ρωσικὴ γλώσσα, ποὺ ἔγινε τὸ 1912.
Πηγή: Βίος Ὁσίου Νείλου τοῦ Μυροβλῦτου
Ἔκδοση Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου, Ὠρωπὸς Ἀττικῆς
© 2002, Ἱερὸν Κελλίον Ἁγίου Νείλου, Ἅγιον Ὄρος

Ἡλ. Πηγή: users.uoa.gr/~nektar/

Μνήμη τοῦ ἐν τῷ οὐρανῷ φανέντος σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἐπὶ Κωνσταντίου (7 Μαΐου)

Ἡ ἐμφάνιση αὐτὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ εἶναι ἡ δεύτερη καὶ ἔγινε στὰ Ἱεροσόλυμα τὸ 346 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορος Κωνσταντίου (337 – 361 μ.Χ.) καὶ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου († 18 Μαρτίου). Τὴν τρίτη ὥρα τῆς 7ης Μαΐου τοῦ 346 μ.Χ., κατὰ μία τῶν ἡμερῶν τῆς Πεντηκοστῆς, φάνηκε Τίμιος καὶ Ζωοποιὸς Σταυρὸς ἄνωθεν τοῦ Γολγοθᾶ, σχηματισμένος ἀπὸ ὑπερφυσικὸ φῶς καὶ ἐκτεινόμενος πρὸς τὸ ὄρος τῶν Ἐλαιῶν. Τὸ ὅραμα τοῦτο προκάλεσε μεγάλη συγκίνηση σὲ ὁλόκληρη τὴν Ἱερουσαλήμ, ὅλοι δὲ οἱ κάτοικοι τῆς πόλεως πρὸ τοῦ ὑπερφυοῦς τούτου θεάματος κατελήφθησαν ἀπὸ ἔκσταση. Ἐπωφελούμενος τῆς περιστάσεως ὁ Πατριάρχης Κύριλλος, περιστοιχούμενος ἀπὸ τὸν ἱερὸ κλῆρο, συγκάλεσε τὸ πλῆθος τῶν παρισταμένων Χριστιανῶν στὸ ναὸ καὶ δοξολόγησαν τὸν Θεό.
Ἡ πρώτη ἐμφάνιση τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ἔγινε στὶς 27 Ὀκτωβρίου τοῦ 312 μ.Χ. πρὸς τὸν Μέγα Κωνσταντίνο, μὲ τὸ νικητήριο ἔμβλημα «ἐν τούτῳ νίκα», τὴν παραμονὴ τῆς μάχης ἐναντίον τοῦ Μαξεντίου.
Περὶ τοῦ σημείου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ποὺ φανερώθηκε ὑπεράνω τοῦ Γολγοθᾶ μαρτυροῦν, πλὴν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου καὶ ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος (397 μ.Χ.), τὸ Πασχάλιον Χρονικὸν καὶ ἄλλοι Βυζαντινοὶ χρονογράφοι.

Ἡλ. Πηγή: synaxarion.gr

Τετάρτη 6 Μαΐου 2020

Οσία Σοφία η εν Κλεισούρα Καστορίας ασκήσασα

Η Οσία Σοφία Χοτοκουρίδου, το γένος Αμανατίου Σαουλίδου, γεννήθηκε το 1883 μ.Χ. στο χωριό Σαρή-ποπά (ή Σαρή-παπά) της επαρχίας Αρδάσης Τριπόλεως, Νόμου Τραπεζούντας του Πόντου. Το 1907 μ.Χ. παντρεύεται με τον Ιορδάνη Χοτοκουρίδη στο χωριό Το(γ)ρούλ της επαρχίας Αρδάσης και μετά από τρία χρόνια, το 1910 μ.Χ., απέκτησε ένα παιδί. Έπειτα από δύο χρόνια, χάνει το παιδί της το οποίο βρίσκει τραγικό θάνατο, αφού φαγώθηκε από χοίρους, ενώ δυο χρόνια μετά, το 1914 μ.Χ. χάνει και τον άντρα της τον οποίο τον πήραν οι Τούρκοι στα τάγματα εργασίας, όπου και μάλλον απεβίωσε.
Η νεαρή χήρα κατέφυγε στα βουνά, όπου ζούσε ασκητικά, με μεγάλη νηστεία. Εκεί της εμφανίστηκε ο Άγιος Γεώργιος και την προειδοποίησε για επικείμενη επιδρομή των Τσετών. Η Σοφία ενημέρωσε τους συγχωριανούς της, που κρύφτηκαν και απέφυγαν τον κίνδυνο.
Στην ανταλλαγή των πληθυσμών το καράβι που μετέφερε τους συγχωριανούς της Σοφίας στην Ελλάδα κινδύνεψε να καταποντιστεί. Αυτή έβλεπε τα κύματα γεμάτα από Αγγέλους και την Παναγία. Ζήτησε απ᾿ αυτήν να πνιγεί η ίδια και να σωθούν οι συγχωριανοί της. Η Παναγία τους έσωσε όλους. Ο καπετάνιος δεν το πίστευε πώς σώθηκαν κι έλεγε: «Κάποιον άγιο έχουμε» και οι χωριανοί του απάντησαν: «Τη Σοφία».
Το 1927 μ.Χ. με παρότρυνση της Παναγίας πηγαίνει στο μοναστήρι της στην Κλεισούρα της Καστοριάς, στην Ιερά Μονή του Γενεθλίου της Υπεραγίας Θεοτόκου, όπου έζησε ασκητικά για μισό περίπου αιώνα. Εκεί βρήκε έναν ενάρετο ιερομόναχο, τον π. Γρηγόριο, που είχε έλθει από το Άγιο Όρος, ο οποίος την κατάρτισε στη μοναχική ζωή. Έζησε ασκητικά ως λαϊκή, φορώντας τα μαύρα της χηρείας και της ασκήσεως, καθισμένη πάνω στο τζάκι και αλείφοντας το πρόσωπό της με στάχτη, για να μη φαίνεται η ομορφιά του.
Τα περισσότερα χρόνια τα πέρασε μόνη της, με μόνο τον Θεό, μια και το μοναστήρι έμεινε χωρίς μοναχούς. Υπέμεινε τους δριμείς χειμώνες, με τη θερμοκρασία να πέφτει στους -15 βαθμούς, και την πολλή υγρασία του τόπου. Όταν της έλεγαν ν’ ανάψει φωτιά, φώναζε ένα μακρόσυρτο «Όχι!», που ακόμα ηχεί στα αυτιά όσων την άκουσαν. Κυκλοφορούσε ξυπόλητη, ενώ τα ρούχα της ήταν πάντα κουρελιασμένα και ανεπαρκή για τις συνθήκες της περιοχής. Της έδιναν καινούργια. Δεν τα φορούσε, αλλά τα πρόσφερε σε όσους είχαν ανάγκη. Κοιμόταν και σ’ έναν άλλο χώρο, πάνω σε άχυρα, αλλά από κάτω είχε βάλει σουβλερές πέτρες. Δεν λουζόταν ποτέ ούτε χτενιζόταν, και τα μαλλιά της είχαν σκληρύνει πολύ. Όταν κάποτε χρειάστηκε να τα σηκώσει από τα μάτια της, για να βλέπει καλύτερα, αναγκάστηκε να τα κόψει με το ψαλίδι που κούρευαν τα πρόβατα. Παρ’ όλα αυτά όμως, το κεφάλι της ευωδίαζε.
Το φαγητό της ήταν λιτότατο, συνήθως με ό, τι έβρισκε στην περιοχή: μανιτάρια, μούσκλια, αγριόχορτα, φτέρη, φύλλα των δέντρων, ή με λίγη ντομάτα τουρσί, μουχλιασμένη. Τα σαββατοκύριακα έβαζε και μια κουταλιά λάδι στο πιάτο της. Άλλες φορές άνοιγε καμιά κονσέρβα ψάρι και το έτρωγε όταν είχε πιάσει ένα δάχτυλο μούχλα. Έτρωγε και σε παλιά σκουριασμένα ορειχάλκινα σκεύη, αλλά δεν πάθαινε τίποτα. Νήστευε και με το παλαιό και με το νέο ημερολόγιο, για να μη σκανδαλίζει κανέναν και όταν κάποιοι διαμαρτύρονταν για τις «υπερβολές» της, τους απαντούσε: «Παιδεύω το σαρκίο μου».
Κι όμως, αυτή η αυστηρή με τον εαυτό της ασκήτρια ήταν πολύ γλυκιά και επιεικής με τους άλλους. Δεν κρατούσε δραχμή από τα χρήματα που της έδιναν, αλλά τα έκρυβε για να τα δώσει στους αναγκεμένους όταν θα ερχόταν η ώρα. Τα τότε κοριτσάκια, σημερινές γερόντισσες της Κλεισούρας, που μιλούσαν ελληνικά και βλάχικα, αγαπούσαν τη συντροφιά της, έστω κι αν δεν καταλάβαιναν τα ποντιακά της. Νουθετούσε τις άγαμες κοπέλες που τύχαινε να παραστρατήσουν, φρόντιζε να παντρευτούν, τις προίκιζε από τα χρήματα που της έδιναν και ανέθετε στην Παναγία την προστασία τους. «Η Παναΐα κι θα χαντ᾿ σας» (δεν θα σας χάσει η Παναγία), τους έλεγε.
Ποτέ δεν πλήγωσε ή στενοχώρησε κανένα. Αν καταλάβαινε ότι κάποιος είχε προβλήματα μέσα του, περνούσε από δίπλα του, του έλεγε ένα δυο λόγια, χωρίς να την αντιληφθούν οι άλλοι, απομακρυνόταν, κι εκείνος την ακολουθούσε. Τον παρηγορούσε, τον συμβούλευε, τον ενίσχυε με τη χάρη του Θεού, κι αυτός έφευγε άλλος άνθρωπος. Έλεγε πολλές φορές: «Αυτοί ήρθαν μαύροι στην Παναγία και φεύγουν άσπροι». Γνώριζε πολλά σκάνδαλα από ιερείς, μοναχούς, λαϊκούς... Δεν κατηγορούσε ποτέ κανέναν, αλλά έλεγε: «Να σκεπάζετε, να σας σκεπάζει ο Θεός».
Αγαπούσε και τα ζώα. Είχε μια αρκούδα, που ζούσε στο δάσος και την έλεγε «ρούσα». Ερχόταν κι έπαιρνε τροφή από τα χέρια της, της έγλειφε τα χέρια και τα πόδια από ευγνωμοσύνη κι επέστρεφε στο δάσος. Έβαζε ψίχουλα στα περβάζια των παραθύρων για τα πουλάκια, κι αυτά, όταν η αγία προσευχόταν, φτερούγιζαν γύρω της και κελαηδούσαν. Σαν να ζούσε στον Παράδεισο, πριν από την πτώση.
                Είχε κοινωνία με την Παναγία και τους Αγίους. Το 1967 μ.Χ., αρρώστησε βαριά, από σκωληκοειδίτιδα ή κήλη, ώστε να διπλωθεί στα δύο από τον πόνο. Δεν δέχτηκε γιατρό αλλά έλεγε: «Θα ‘ρθει η Παναγία να με πάρει από τον πόνο». Έβαζε στουπιά η φυτίλια από τις κανδήλες, ώσπου σάπισε η πληγή κι έβγαζε κακοσμία. Τότε της εμφανίστηκε η Παναγία με τον αρχάγγελο Γαβριήλ και τον Άγιο Γεώργιο. Της είπε ο αρχάγγελος: «Θα σε κόψουμε τώρα». Αυτή απάντησε: «Είμαι αμαρτωλή, να εξομολογηθώ, να κοινωνήσω, και να με κόψεις». Μια «εγχείρηση θα σου κάνουμε», της απαντά. Έγινε η επέμβαση, η Σοφία έγινε καλά και συχνά σήκωνε χωρίς ντροπή την μπλούζα ή το φόρεμά της, για να δείξει στον κόσμο την τομή που έκλεισε μόνη της.
Η Οσία Σοφία, η «ἀσκήτισσα τῆς Παναγιᾶς» όπως αποκαλείται, εκοιμήθη εν Κυρίω στις 6 Μαΐου 1974 μ.Χ. Στις 7 Ιουλίου 1981 μ.Χ. γίνεται η πρώτη ανακομιδή των λειψάνων της, τα οποία ευωδιάζουν. Στις 27 Μαΐου 1998 μ.Χ. γίνεται η δεύερη ανακομιδή των λειψάνων της τα οποία μεταφέρονται στο μοναστήρι από το Σεβ. Μητροπολίτη Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ.
Η Μεγάλη Εκκλησία την ενέταξε το 2011 μ.Χ. στις αγιολογικές δέλτους της και την 1η Ιουλίου 2012 μ.Χ., έγινε η επίσημη ανακήρυξή της από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Καστοριά.
Ηλ. πηγή: saint.gr 

Ακολουθία Όρθρου και Θείας Λειτουργίας Οσίας Σοφίας Κλεισούρας (6/5/2020)

Παρακολουθήστε ζωντανά την ακολουθία του Όρθρου και τη Θεία Λειτουργία από τον Ιερό μας Ναό, επί τη μνήμη της Οσίας Μητρός Ημών Σοφίας της εν Κλεισούρα Καστορίας ασκησάσης, από το κανάλι μας στο Youtube και από τον ραδιοφωνικό σταθμό της Ιεράς Μητροπόλεως Αιτωλίας και Ακαρνανίας 106,3 fm

Τρίτη 5 Μαΐου 2020

Ο Άγιος νεομάρτυρας Εφραίμ ο Νεοφανής

Για τον Άγιο αυτόν Νεομάρτυρα δεν γνωρίζαμε τίποτε μέχρι τις 3 Ιανουαρίου 1950, οπότε και φανέρωσε τον τόπο της ταφής του, στην αρχαία Μονή του Ευαγγελισμού, στο όρος Αμώμων (Πεντέλη), στην Νέα Μάκρη Αττικής. Από το 1965 μέχρι σήμερα, ο Άγιος εμφανίσθηκε πολλές φορές σε μοναχές της μονής ή σε προσκυνητές, στον ύπνο τους ή μπροστά τους, καλυπτόμενος από υπέρλαμπρο φως και γλυκύτατη ευωδία, διηγούμενος με λεπτομέρειες, για τις οποίες υπάρχει εντυπωσιακή ταύτιση, τον βίο του και τις συνθήκες του μαρτυρίου του.
Ο Άγιος Εφραίμ έγινε μοναχός σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, σε μονή που άκμαζε την εποχή εκείνη. Μετά από είκοσι χρόνια ασκητικής βιοτής, συνελήφθη από τους Τούρκους που έσφαξαν όλους τους υπόλοιπους μοναχούς και κατέστρεψαν την μονή. Από τις 14 Σεπτεμβρίου του 1425 μέχρι τις 5 Μαΐου 1426 υποβλήθηκε σε πλήθος βασανιστηρίων. Τέλος, οι βάρβαροι τον κρέμασαν ανάποδα σε μια μουριά, κάρφωσαν τα πόδια του και το κεφάλι στο δένδρο και παρέδωσαν το σώμα του στις φλόγες.
Μετά την αποκάλυψη αυτή, ο Άγιος δεν έπαυσε να δείχνει ότι είναι εν Θεώ ζωντανός, με πολλές εμφανίσεις και ιάματα. Εμφανίζεται με την μορφή ενός κάτισχνου στην όψη ασκητή ή με τα ιερατικά του άμφια και δηλώνει την ταυτότητα του λέγοντας: «Ονομάζομαι Εφραίμ!» Στους μεν θεραπεύει ανίατες ασθένειες, σε άλλους ενδυναμώνει την κλονισμένη πίστη, σώζει από κινδύνους ή πυρκαγιά, ή πάλι παρηγορεί τους βασανισμένους από πίκρες και θλίψεις, δείχνοντας τους τα βάσανα που πέρασε ο ίδιος για την αγάπη του Χριστού.
Το 1982, ο Άγιος Εφραίμ εμφανίσθηκε σε έναν πιστό μαζί με τον Άγιο ιερομάρτυρα Ραφαήλ τον εκ Μυτιλήνης, που φανερώθηκε κι αυτός σε πρόσφατους καιρούς κάτω από παρόμοιες συνθήκες [9 Απρ.]. Ο Κύριος φαίνεται με τον τρόπο αυτό να θέλει να δείξει προφητικά ότι σήμερα, όπως και χθες, χαίρεται εν τοις αγίοις Του και επιχέει μέσω αυτών την χάρη του προς οικοδομήν της Εκκλησίας και παρηγορίαν των πιστών.

Κείμενο-Εικόνα: “Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας”, υπό ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδ. Ίνδικτος (τόμος ένατος – Μαϊος, σελ. 64-66)

Ἡλ. πηγή: pemptousia.gr

Η Αγία Μεγαλομάρτυς Ειρήνη (Αρχιμ. Ανανία Κουστένη)

Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης

Έλαμψε στον 4ο μ. Χ. αιώνα. Ήταν Περσίδα. Εκτάκτου καλλονής και σοφίας μεγάλης και χάριτος. Ο πατέ­ρας της ήταν διοικητής μιας επαρχίας. Κι ελέγετο Λικίνιος. Την είχε μονάκριβη. Και  έφτιαξε πύργο, όπως ξέρομε για την αγία Βαρβάρα, και την έβαλε εκεί, κι έβαλε και κοπέλες να την υπηρετούν κι ένα σοφό δάσκαλο, τον Απελλιανό, να την μαθαίνει γράμματα. Για τον χριστιανισμό δεν είχε ακούσει. Ή, μάλλον, είχε ακούσει τα χειρότερα. Δυσφη­μούσαν εκεί τους χριστιανούς, μ’ ό,τι ανοίκειο και μ’ ό,τι αρνητικό. Πήγε μια μέρα, βρήκε ο πατέρας της απ’ το παζάρι μια θεραπαινίδα, υπηρέτρια ωραιότα­τη. Και την πήρε να υπηρετεί την κόρη του. Αυτή ήταν, όμως, χριστιανή. Συνετή και ταπεινή. Την αγάπησε η Πηνελόπη, έτσι λέγανε αρχικά την Ειρήνη, και σιγά σιγά εκείνη, με τον υπέροχο τρόπο της, την έφερε στον Χριστό. Κι εβαπτίσθη.
ageir2
Πηγή:xrostiras.blogspot.com
Τό ’μαθε ο πατέρας της και σκύλιασε. Και την υπέβαλε σε βασανιστήρια. Έβαλε άλογα άγρια και αδάμαστα, να την καταπατήσουν. Κι ένα φεύγει από ’κει που ήταν και πατούσαν την Πηνελόπη, την είχαν βάλει εν τω μεταξύ Ειρήνη, τό ’χε ζητήσει ο Χριστός τ’ όνομά της, γι’ αυτό η Πηνελόπη γιορτάζει της αγίας Ειρήνης, να το ξέρουν, και πάει και σκοτώνει τον Λικίνιο. Τά ’χασαν όλοι. Και πόνεσε η ψυχή της, όμως. Γιατί οι χριστιανοί έχουν τα καλύτερα αισθήματα για τους φυσικούς γονείς και για κάθε άνθρωπο. Για τους αμαρτωλούς όλους. Για τους διώκτες. Και προσευχήθηκε θερμά στον Αναστάντα και σηκώθηκε ο πατέρας της. Ήταν καλή φύσις.
Ήταν, όμως, στο σκοτάδι. Στην πυρσολατρεία και στην ηλιολατρεία. Και μόλις το είδε αυτό, κατεπλάγη. «Τί ειν’ αυτό, παιδί μου;» λέει. «Αυτή είναι θρησκεία. Πού ’μαστε τόσο καιρό στο σκοτάδι;» Και την ημέρα εκείνη εβαπτίσθη και αυτός και η γυναίκα του και τρείς χιλιάδες Πέρσες. Και μάλιστα ο Λικίνιος άφησε τη θέση που είχε, δεν μπορούσε, άλλωστε να την κρατήσει, την άφησε και μόνος του, και πήγε εκεί στο παλάτι πού ’χε φτιάξει στην κόρη του, στο εξοχικό, κι έμεινε εκεί και μόνασε ο άνθρω­πος. Κι είχε και την Ειρήνη από κοντά κι εκείνη έκανε όλες τις φιλανθρωπίες, όλες τις αγαθοεργίες.
Αλλά ο νέος άρχοντας που ήλθε, ο Σεδδεκίας, κι αφού απέθανε ο Λικίνιος, τον οποίο εσέβετο, παρότι είχε γίνει, δεν ήτο αυτοκράτωρ ο Λικίνιος, λοιπόν, χριστιανός, γι’ αυτό δεν τον εδίωκε. Μόλις έφυγε ο Λικίνιος, την υπέβαλε, λοιπόν, σε πολλά και μεγά­λα βασανιστήρια.  Κι εκείνη στο τέλος νίκησε. Και αμέ­τρητοι Πέρσες, χιλιάδες Πέρσες, ήλθαν στην Εκκλησία του Χριστού. Μεγάλη αγία η αγία Ειρήνη. Πολύ μεγάλη αγία. Πάρα πολύ μεγάλη αγία. Και μετά, ο Σαπώρ ο Β’, ο Σαβώρειος, κατά τον άγιο Θεοφάνη, την εξεδίωξε. Πήρε στράτευμα και πήγε στα βουνά, εκεί που κατέφυγε η αγία, να την κατα­διώξει. Και τί έπαθε; Τυφλώθηκε. Και αυτός και όλο το στράτευμα. Και ακινητοποιήθηκαν και δεν ήξεραν τι συμβαίνει. Και τότε η αγία τούς θεράπευσε θαυματουργικά. Και την άφησε. Τί να κάνει το θηρία αυτό; Σου λέει, εδώ αυτή είναι πιο δυνατή από μένα. Κι απ’ τούς Θεούς μας κι απ’ τους μάγους μας κι απ’ τις φωτιές μας κι από τους ήλιους μας. Την άφησε.
Κι εκείνη, σιγά-σιγά, άρχισε να κάνει την Ιεραπό­στολο. Γιατί είναι ιεραπόστολος και ισαπόστολος η αγία Ειρήνη. Και ήλθε μέχρι την Έφεσο. Έκαμε κέντρο ιεραποστολής την Έφεσο, συνέχισε το έργο και του αποστόλου Παύλου και του ευαγγελιστή Ιωάννη, του Θεολόγου, του αγίου Τιμοθέου κι έφερε αμέτρητους στην Εκκλησία. Και πλήρης ημερών εκοιμήθη στην ’Έφεσο η αγία μεγαλομάρτυς και ισαπόστολος Ειρήνη, αφού έφερε αμέτρητους στον Χριστό και τους έβαλε στον παράδεισο. Νά ’χουμε την ευχή της. Κι όσοι την εορτάζουν κι έχουν τ’ όνομά της και την τιμούν, να την έχουν παραπά­νω.

( Αρχιμ. Ανανίας Κουστένης, Εαρινό Συναξάρι, τ. Β΄, σ. 90-93)

Ἡλ. Πηγή: pemptousia.gr

Κυριακή 3 Μαΐου 2020

Κυριακή των Μυροφόρων - Η τόλμη στην χριστιανική πράξη (Ι. Γκιάφη)

Ιωάννου Αν. Γκιάφη
Θεολόγου- Πολιτικού Επιστήμονος

    Ο αρχαίος ποιητής Όμηρος σε μια από τις εξαίσιες ραψωδίες του γράφει για τον περίφημο ήρωα Οδυσσέα τα εξής: "Θαρσαλέος ἀνὴρ ἐν πᾶσιν ἀμείνων''. "Ο θαρραλέος άνθρωπος υπερτερεί σε όλα.'' Πράγματι στο ξακουστό έργο του ''Οδύσσεια'' συνεχώς καταδεικνύει το απαράμιλλο θάρρος και την δυνατή τόλμη του Οδυσσέα, όταν έρχεται αντιμέτωπος με διάφορες περιπετειώδεις προκλήσεις. Αλλά και εάν στρέψουμε τη σκέψη μας στους μεταγενέστερους αγώνες των Ελλήνων, θα διαπιστώσουμε πως εισέρχονταν στη μάχη με θάρρος και τόλμη. Δεν υπολόγιζαν το κίνδυνο. Δεν λογάριαζαν τον θάνατο. Δεν σκέφτονταν τη ζωή τους μπροστά στο εθνικό συμφέρον. Προέτασσαν θαρραλέα όλο τους το ''είναι'' και πετύχαιναν σπουδαία κατορθώματα. Ως κινητήριο μοχλό τους  πάντοτε είχαν την αφοβία στις οποιεσδήποτε περιστάσεις και καταστάσεις.
    Όμως και σήμερα στο ιερό ευαγγελικό ανάγνωσμα παρουσιάζονται ορισμένα πρόσωπα με αυτά τα δυναμικά στοιχεία. Εμφανίζονται συγκεκριμένα πρόσωπα που προβαίνουν σε τολμηρές και ριψοκίνδυνες πράξεις. Κατά πρώτον ο ''ευσχήμων'' βουλευτής Ιωσήφ, ο από Αριμαθαίας, ο οποίος "τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ'' (Μαρκ.15,43). Παρά την επιφανή θέση του ως μέλος του Ιουδαϊκού συνεδρίου και την εύπορη κατάστασή του, τολμάει να ζητήσει το νεκρό σώμα του Ιησού. Όντας κρυφός ακόλουθος του Κυρίου και πιστός στα της Βασιλείας του Θεού, επιθυμεί μαζί με τον Νικόδημο, να ενταφιάσει τον κεκοιμημένο Διδάσκαλο. Έστω και την ύστατη στιγμή θέλει  να εκφράσει την ολόθερμη αγάπη του προς τον Δημιουργό πάσης της κτίσης. Όχι μυστικά, αλλά φανερά πλέον με το αίτημά του προς τον Πιλάτο δείχνει το καρδιακό σύνδεσμό του με την Σταυρωμένη Αγάπη, τον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. ''Δεν υπολογίζει ότι πλούσιος είναι και θα εκπέσει από τον πλούτο και θα διαβληθεί από τους Ιουδαίους, παρά ζητάει το σώμα του αδίκως Σταυρωθέντα.''(Ιερός Θεοφύλακτος). Μόλις δε εκπληρώνεται το αίτημά του, λαμβάνει το νεκρό σώμα, το τυλίγει σε ολοκαίνουργια σινδόνα και το εναποθέτει σε μνημείο, σκαλισμένο σε βράχο. Έτσι αποδίδει όλες τις νεκρικές τιμές προς τον νεκρό Ιησού, ώστε να μην υστερεί σε τίποτα.
     Ο ιερός ευαγγελιστής Μάρκος εκτός του Ιωσήφ, μας προβάλλει και την τολμηρή πράξη τριών γυναικών, της Μαρίας της Μαγδαληνής, της Μαρίας του Ιακώβου και της Σαλώμης. Τρεις αφοσιωμένες μαθήτριες του Διδασκάλου! Τρεις μυροφόρες! Αψηφώντας δυσκολίες, υπερνικώντας εμπόδια και μην υπολογίζοντας την κοινωνική θέση τους, φθάνουν το ξημέρωμα της Κυριακής στον τάφο του Ιησού. ''Όρθρου βαθέως'' και έχοντας εφοδιαστεί με πολύτιμα αρώματα-μύρα, έρχονται να αποτίσουν τον φόρο της τιμής τους προς τον Κύριο. Εφαλτήριο αυτής της θαρραλέας ενέργειάς τους είναι η αγάπη τους για τον Θεάνθρωπο Κύριο. Γι' αυτό και δεν λογαριάζουν την ώρα και τους στρατιώτες, παρά την πραγμάτωση του σκοπού τους, το να μυρώσουν τον νεκρό Ιησού. Αντί να προβούν στην σχεδιασμένη πράξη τους, βρίσκονται μετ' εκπλήξεως μπροστά σε κάτι το υπερθαύμαστο. Καθίστανται οι πρώτοι μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού. Άγγελος Κυρίου τις μεταφέρει την χαρμόσυνη είδηση: ''Ἠγέρθη, οὔκ ἐστιν ὧδε'' (Μαρκ. 16,6) και τις προτρέπει να λάβουν τα διαπιστευτήρια από το κενό μνημείο. Τις παραγγέλνει την αναστάσιμη πραγματικότητα να την μεταλαμπαδεύσουν στους μαθητές του Κυρίου. Οι γυναίκες όσο κι αν ήταν υποτιμημένες στην Ιουδαϊκή κοινωνία, τόσο υπερτιμημένες εμφανίζονται στα μάτια του Θεού. Ο Κύριος τις ανταμείβει για την τολμηρή πράξη τους, αφού γεύονται την εμπειρία της Αναστάσεως! Μπορεί της πρώτης γυναίκας της Εύας να συνδέθηκε το όνομά της με την πτώση και την αμαρτία, οι μυροφόρες όμως συνδέονται με την Ανάσταση και την σωτηρία. Πόση τιμή και πόση αξία! Οι μυροφόρες γίνονται από διακόνισσες του μυστηρίου του θανάτου, ευαγγελίστριες της αναστάσιμης χαράς.
    Οι τολμηρές πράξεις του Ιωσήφ και των Μυροφόρων ίσως πρέπει και για μας να αποτελέσουν ένα πνευματικό αφυπνιστικό κουδούνι. Ίσως πρέπει να γίνουν ένα ξυπνητήρι συναίσθησης του χριστιανικού καθήκοντός μας. Ίσως πρέπει να μας εγείρουν από την ανάπαυλα και την ραστώνη, κάνοντας μας να συνειδητοποιήσουμε το χρέος μας απέναντι στον ''Ποιητή ουρανού και γης''. Διότι τις περισσότερες φορές μας διακατέχει ο φόβος και η ατολμία. Φοβούμαστε να αποκαλύψουμε την χριστιανική μας ταυτότητα, με την δικαιολογία της κοινωνικής περιθωριοποίησης. Δεν τολμούμε να ομολογούμε ''λόγοις και έργοις'' τις ευαγγελικές επιταγές, γιατί η αμαρτία μας αφοπλίζει. Οι Μυροφόρες τόλμησαν να υπάγουν στο κενό μνημείο, μη φοβούμενες την στρατιωτική φρουρά. Ο Ιωσήφ τόλμησε να αιτηθεί το νεκρό σώμα του Ιησού, διατρέχοντας τον κίνδυνο της απώλειας της θέσης του.  Εμείς τολμούμε για τον Χριστό; Μήπως δεν τολμούμε αληθινά;
     Οι άγιοι μάρτυρες και νεομάρτυρες τόλμησαν με θάρρος να ομολογήσουν την χριστιανική αλήθεια ενώπιον αδίστακτων τυράννων. Ο Ιερός Χρυσόστομος τόλμησε και ήλεγξε την αυτοκράτειρα Ευδοξία για τα ανοσιουργήματά της. Ο Άγιος μεγαλομάρτυρας Γεώργιος ο Τροπαιοφόρος τόλμησε και μπροστά στον Διοκλητιανό αρνήθηκε να συλλάβει τους χριστιανούς της επαρχίας του. Σήμερα η Αγία μας Εκκλησία εορτάζει την μνήμη ενός ιερατικού ζεύγους, του Τιμοθέου και της Μαύρας. Όταν ο ειδωλολάτρης έπαρχος Αρριανός ζήτησε από τον ιερέα Τιμόθεο να κάψει δημόσια τα ιερά βιβλία του, εκείνος με θάρρος και τόλμη του απάντησε: ''Όπως ο στρατιώτης στη μάχη δεν παραδίνει τα όπλα στον εχθρό, διότι αλλιώς θεωρείται λιποτάκτης, έτσι κι εγώ δεν μπορώ να τα παραδώσω. Δίνω τη ζωή μου, μα όχι τα ιερά μου βιβλία.'' Και μετά από σκληρά βασανιστήρια ακολούθησε ο σταυρικός θάνατος αυτού και της συζύγου του, λαμβάνοντας και οι δύο το αμαράντινο στεφάνι της δόξης του Θεού. Η γνήσια χριστιανική ζωή απαιτεί τόλμη και θάρρος! Γένοιτο!

Κυριακή Μυροφόρων - Ζωντανή Μετάδοση Όρθρου και Θείας Λειτουργίας 3/5/2020

Παρακολουθήστε ζωντανά την Ακολουθία του Όρθρου και την Θεία Λειτουργία της Κυριακής των Μυροφόρων (κεκλεισμένων των θυρών) από το κανάλι μας στο Youtube.


Δευτέρα 27 Απριλίου 2020

Η Ψηλάφηση του Θωμά: Μαρτυρία και Βίωμα

Σήμερα τιμάμε τον Απόστολο Θωμά. Πολλοί συχνά τον θυμόμαστε μοναχά σαν τον άπιστο Θωμά. Στην πραγματικότητα είναι εκείνος που αμφέβαλλε για τα νέα που του μετέφεραν οι υπόλοιποι Απόστολοι όταν του είπαν: Ο Χριστός αναστήθηκε! Τον είδαμε ζωντανό!
Αλλά δεν είναι εκείνος που αμφέβαλλε σ’ όλη τη ζωή του ή που παρέμεινε άπιστος στο μυστήριο της Θεϊκής αποκάλυψης του Κυρίου. Πρέπει να θυμηθούμε ότι όταν οι Απόστολοι και ο Κύριος έμαθαν ότι αρρώστησε ο Λάζαρος, ο Κύριος τους είπε: Ας επιστρέψουμε στα Ιεροσόλυμα. Στα λόγια του Κυρίου οι άλλοι Απόστολοι απάντησαν: Αλλά οι Ιουδαίοι θέλουν να σε σκοτώσουν εκεί, γιατί θα πρέπει να επιστρέψουμε; Μονάχα ο Απόστολος Θωμάς απάντησε: Ας Τον ακολουθήσουμε και ας πεθάνουμε μαζί μ’ Εκείνον. Ήταν προετοιμασμένος όχι μόνο να είναι στα λόγια μαθητής Του, όχι μόνο να Τον ακολουθήσει όπως ένας μαθητής ακολουθεί τον δάσκαλό του, αλλά να πεθάνει μαζί Του, όπως ένας άνθρωπος που αποφασίζει να πεθάνει με τον φίλο του και εάν χρειαστεί χάριν του φίλου του. Ας θυμηθούμε λοιπόν το μεγαλείο της ψυχής του, την πίστη και την ακεραιότητα του χαρακτήρα του.
Τι συνέβη όμως όταν μετά την Ανάσταση του Χριστού οι Απόστολοι ανήγγειλαν σ’ αυτόν που μονάχα αυτός δεν είχε δει τον Κύριο, ότι αντίκρισαν πραγματικά τον αναστάντα Χριστό; Γιατί δεν πίστεψε τα λόγια τους; Γιατί αμφέβαλλε; Γιατί είπε ότι χρειαζόταν αποδείξεις, απτές αποδείξεις; Επειδή όταν τους αντίκρισε τους είδε χαρούμενους με ό,τι είδαν, ήταν χαρούμενοι που ο Χριστός δεν ήταν πια νεκρός, που ήταν ζωντανός, χαρούμενοι για την νίκη που είχε κερδηθεί. Και όμως παρατηρώντας τους δεν είδε σε αυτούς καμία αλλαγή. Ήταν οι ίδιοι, μόνο που ήταν γεμάτοι από χαρά αντί για φόβο. Και ο Θωμάς τους είπε: Μόνο εάν Τον δω, μόνο εάν γίνω μάρτυρας της Αναστάσεως θα μπορέσω να πιστέψω.
Δεν είναι το ίδιο που μπορεί να μας πει κάποιος που μας συναντά;
Πριν λίγες ημέρες ομολογήσαμε με πάθος, με ειλικρίνεια και με πίστη την Ανάσταση του Κυρίου και το πιστεύουμε με όλο μας το είναι. Κι όμως, όταν μας συναντούν οι άνθρωποι στο σπίτι, στον δρόμο, στον χώρο της εργασίας μας, μας βλέπουν και αναρωτιούνται: Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, τι τους συνέβη;
Οι Απόστολοι είχαν δει τον αναστάντα Κύριο, αλλά η Ανάσταση δεν ήτανε γι’ αυτούς βίωμα, δεν σήμαινε γι’ αυτούς το πέρασμα από τον θάνατο στην αιώνια ζωή. Το ίδιο συμβαίνει και σε μας, εάν εξαιρέσουμε τους αγίους, που όταν τους συναντάει κάποιος αντιλαμβάνεται ότι το μήνυμα που φέρουν είναι αληθινό.
Τι υπάρχει στο δικό μας μήνυμα που δεν ακούγεται; Επειδή μιλάμε αλλά δεν είμαστε αυτό που πρέπει να είμαστε. Θα έπρεπε να διαφέρουμε τόσο από τους ανθρώπους που δεν έχουν νοιώσει την εμπειρία του ζωντανού, αναστημένου Χριστού, που μοιράστηκε με μας τη ζωή Του, που μας έστειλε το Άγιο Πνεύμα, όπως, σύμφωνα με τα λόγια του C. S. Lewis, διαφέρει ένα άγαλμα από έναν άνθρωπο. Ένα άγαλμα μπορεί να είναι μεγαλοπρεπές, λαμπρό, αλλά είναι πέτρα. Ένας άνθρωπος μπορεί να μας συγκινεί λιγότερο εξωτερικά, είναι όμως ζωντανός, είναι μία μαρτυρία ζωής.
Ας εξετάσουμε τους εαυτούς μας και ας αναρωτηθούμε σε ποια κατάσταση βρισκόμαστε, γιατί οι άνθρωποι που συναντάμε δεν καταλαβαίνουν ότι αποτελούμε μέλη του σώματος του αναστημένου Κυρίου και ναοί του Αγίου Πνεύματος; Γιατί;
Ο καθένας μας έχει να δώσει τη δική του απάντηση σ’ αυτήν την ερώτηση. Ο καθένας από εμάς ας εξετάσει τον εαυτό του και ας ετοιμαστεί να απαντήσει με βαθιά συνείδηση, ας κάνουμε ό,τι είναι αναγκαίο για ν’ αλλάξουμε τη ζωή μας, έτσι που οι άνθρωποι που μας συναντούν, όταν θα μας βλέπουν, θα λένε: Δεν έχουμε ξανασυναντήσει τέτοιους ανθρώπους, έχουν κάτι που δεν το έχουμε δει σε κανέναν άλλον. Τι είναι αυτό; Και θα μπορέσουμε να τους απαντήσουμε ότι είμαστε φορείς της ζωής του Χριστού. Είμαστε μέλη του σώματός Του. Μέσα από εμάς ενεργεί η ζωή του Αγίου Πνεύματος. Είμαστε ναός Του. Αμήν.
Ηλ. πηγή: agiazoni.gr

Κυριακή 26 Απριλίου 2020

Κυριακή Θωμά - Ζωντανή Μετάδοση Όρθρου και Θείας Λειτουργίας 26/04/2020

Παρακολουθήστε ζωντανά την Ακολουθία του Όρθρου και την Θεία Λειτουργία της Κυριακής του Θωμά από τον Ιερό μας Ναό (κεκλεισμένων των θυρών) από το κανάλι μας στο Youtube και εδώ.


Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Μάρκος


       Ο Άγιος και ένδοξος Απόστολος Μάρκος, ο όποιος ονομαζόταν επίσης Ιωάννης, ήταν γιος ευλαβούς γυναίκας των Ιεροσολύμων, της Μαρίας, ή οποία πρόσφερε την κατοικία της στους Αποστόλους για τις λατρευτικές συνάξεις τους . Ο Άγιος Πέτρος πήγαινε συχνά εκεί και συμπάθησε τον νεαρό Μάρκο, τον όποιο κατήχησε στην χριστιανική πίστη, τον βάπτισε και τον θεωρούσε υιό του (Α’ Πέτρ. 5, 13). [1] Ήταν επίσης εξάδελφος του αγίου Αποστόλου Βαρνάβα, ο όποιος τον πήρε μαζί του όταν έφυγε για την Αντιόχεια μαζί με τον Απόστολο Παύλο (Πράξ.12,24). Κατά την διάρκεια των ιεραποστολικών αυτών περιοδειών, ο Μάρκος βοηθούσε ταπεινά τους δυο Αποστόλους, μεριμνώντας για τις υλικές τους ανάγκες και αφομοιώνοντας το κήρυγμα τους.
Φθάνοντας στην Πέργη της Παμφυλίας, ο Μάρκος κατελήφθη από φόβο μπροστά στις δυσκολίες της ιεραποστολής [2] και αποχωρίστηκε από τον Παύλο και τον Βαρνάβα για να επιστρέψει στα Ιεροσόλυμα (Πράξ.13,13). Ο Απόστολος Παύλος φαίνεται ότι ενοχλήθηκε από αυτόν τον αποχωρισμό, και όταν συναντήθηκαν ξανά στην Αντιόχεια αρνήθηκε να πάρει μαζί του τον αποστάντα απ' αυτών από Παμφυλίας, και μη συνελθόντα αυτοίς εις το έργον (Πράξ. 15, 37). Η συζήτηση άναψε και ο Βαρνάβας αποφάσισε να μεταβεί στην Κύπρο με τον Μάρκο, ενώ ο Παύλος αναχώρησε με τον Σίλα για να κηρύξει το Ευαγγέλιο στην Συρία και Κιλικία. [3]
Δέκα χρόνια αργότερα, ο Μάρκος βρέθηκε στην Ρώμη, συνοδευόμενος από τον Αρίσταρχο και τον Ιησού τον Ιούστο, για να συνδράμει τον Παύλο κατά την αιχμαλωσία του (Κολ 4, 10). Από εκεί ξεκίνησε με την ευλογία του Αποστόλου των Εθνών για να επισκεφθεί τους Κολοσσαείς. Κατά την διάρκεια της δεύτερης αιχμαλωσίας του, ό Παύλος έγραψε στον Τιμόθεο και του σύστησε να πάρει μαζί του τον Μάρκο, έστι γάρ μοι εύχρηστος εις διακονίαν (Β’ Τιμ. 4, 11). Περί το έτος 65, ο Μάρκος ξανασυνάντησε τον άγιο Πέτρο στην Ρώμη, την στιγμή πού οι δύο πρωτοκορυφαίοι Απόστολοι επρόκειτο να υποστούν τον μαρτυρικό θάνατο. Η ακτινοβολία της διδασκαλίας του Αποστόλου Πέτρου έλαμψε τόσο στον νου των νεοφώτιστων χριστιανών της Ρώμης, ώστε παρακάλεσαν τον Μάρκο να καταγράψει τα θεία αυτά λόγια. Μετά από θεία αποκάλυψη, και με την σύμφωνη γνώμη του Πέτρου, ο Μάρκος επιδόθηκε στο έργο και συνέταξε με τρόπο σύντομο, απλό και ζωντανό μια σύνοψη των πράξεων και λόγων του Σωτήρος, σύμφωνα με την διδασκαλία του πρωτοκορυφαίου Αποστόλου [4]. Χωρίς να φροντίσει πολύ για την λογοτεχνική παρουσίαση, ούτε για να απαντήσει σε όλα τα ερωτήματα πού θα μπορούσαν να θέσουν οι πιστοί, κατέγραψε ό,τι είναι χρήσιμο και ωφέλιμο για την Σωτηρία και για την πίστη στον ενανθρωπήσαντα Υιό του Θεού και τίποτε περισσότερο [5].
Μόλις ολοκληρώθηκε το έργο, ο Πέτρος έστειλε τον Μάρκο στην Αίγυπτο για να κηρύξει τον Λόγο του Ευαγγελίου. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού, το πλοίο έπεσε σε τρικυμία, την οποία ο Μάρκος έκανε να κοπάσει με τις προσευχές του και έτσι μπόρεσαν να προσορμιστούν στην νήσο Πιττυούσα, απέναντι από τις ακτές της Κιλικίας, όπου ο Μάρκος έγινε δεκτός από έναν άρχοντα ονόματι Βάσσο, ο όποιος είχε ασπασθεί την πίστη στην Αντιόχεια ακούγοντας το κήρυγμα του Πέτρου, και χάρις στην στήριξη του ο Μάρκος μετέστρεψε τους περισσότερους κατοίκους του νησιού.
Όταν έφθασαν στην Αλεξάνδρεια, το σανδάλι του Μάρκου, που είχε λιώσει από την πορεία, κόπηκε και το έδωσε για επιδιόρθωση σ’ έναν μπαλωματή ονόματι Ανιανό. Θαμπωμένος από την ασυνήθιστη λάμψη που ακτινοβολούσε το πρόσωπο του άγιου Αποστόλου, ο μπαλωματής άφησε να του ξεφύγει η βελόνα, τρύπησε το δάχτυλο του, και αναφώνησε: «Ένας μόνον Θεός!» Ο Άγιος Μάρκος θεράπευσε την πληγή και δραττώμενος της ευκαιρίας, τον κατήχησε στην αλήθεια του ενός μοναδικού Θεού του ένανθρωπήσαντος για την σωτηρία ημών. Ο Άνιανός άκουγε με προσοχή τον ζωοποιό λόγο και αφού έλαβε το άγιο Βάπτισμα μαζί με όλη την οικογένεια του εγκατέλειψε το επάγγελμα του και κάθε δεσμό με τον κόσμο για να γίνει ο στενότερος συνεργάτης του Αποστόλου.
Ο Απόστολος Μάρκος κηρύττει στην Αλεξάνδρεια
Στην αχανή αυτή κοσμόπολη, έμβλημα της ειδωλολατρίας και της ελληνικής παιδείας, ό λόγος του αγίου Αποστόλου, απλός και απαλλαγμένος από τα μάταια στολίδια της ρητορικής τέχνης, άντηχούσε ωσάν βροντή και τα θαύματα του επιβεβαίωναν την προφητεία του Ψαλμού: Κύριος δώσει ρήμα τοις ευαγγελιζομένοις δυνάμει πολλή (Ψαλμ. 67, 12). Στο όνομα του Χρίστου, ο οποίος είναι το Φως του κόσμου, θεράπευσε έναν τυφλό, χαρίζοντας του το φως των οφθαλμών. Πάραυτα προσέτρεξε κόσμος πολύς, φέρνοντας ασθενείς και δαιμονισμένους στον άγιο Μάρκο, για να τους θεραπεύσει θέτοντας τα χέρια του πάνω στην κεφαλή τους. Βλέποντας τις θαυματουργικές αυτές ιάσεις που κατορθώνονταν με την δύναμη τού Θεού, σε μία μόνον ημέρα περισσότεροι από τριακόσιοι ειδωλολάτρες ζήτησαν να βαπτιστούν. Κατά μίμησιν Χριστού, ο Μάρκος άνέστησε τον γιο μιας χήρας, η όποια προσέπεσε στα πόδια του Αποστόλου οδυρόμενη και το πλήθος, βλέποντας τον νέο να εγείρεται, κραύγασε: «Ένας είναι ο Θεός, ο Χριστός τον οποίο κηρύττει ο Μάρκος!»
Ο ευαγγελικός σπόρος άρχισε να φυτρώνει ο Μάρκος καθιέρωσε τους πρώτους λειτουργικούς θεσμούς της Εκκλησίας της Αιγύπτου [6], χειροτόνησε τον Ανιανό επίσκοπο Αλεξανδρείας [7] με συνοδεία τρεις πρεσβύτερους, τους Μηλαίο, Σαβίνο και Κέρδωνα, επτά διακόνους και ένδεκα άλλους κληρικούς χαμηλότερου βαθμού, και κατόπιν συνέχισε την ιεραποστολική του περιοδεία προς τα δυτικά.
Από την Αλεξάνδρεια, ο Άγιος Απόστολος μετέβη στο Μενδήσιον [8] και εξέβαλε το δαιμόνιο από ένα τυφλό παιδί. Οι γονείς του παιδιού, όλο χαρά, του προσέφεραν μεγάλο ποσό χρημάτων, ο Μάρκος όμως το αρνήθηκε λέγοντας ότι η χάρη του Θεού δεν ανταλλάσσεται με χρήμα και τους συμβούλευσε να δώσουν τα χρήματα σε ελεημοσύνες. Καθώς ικανός αριθμός ειδωλολατρών ασπάσθηκε την χριστιανική πίστη μετά το θαύμα αυτό, ο Μάρκος ίδρυσε ναό στην πόλη αυτή και χειροτόνησε επίσκοπο, πρεσβυτέρους και διακόνους και κατόπιν συνέχισε την περιοδεία του προς την Κυρήνη της Πενταπόλεως [9], όπου λύτρωσε πολλούς ειδωλολάτρες από το σκοτάδι της πλάνης και της δεισιδαιμονίας. Μετέβη κατόπιν και κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Λιβύη. Μόλις έφτασε στην πρωτεύουσα, η κόρη του φυλάρχου Μηνοδώρου, την οποία βασάνιζε δαίμονας από την παιδική της ήδη ηλικία, υπέστη φοβερή κρίση που απέβη μοιραία οι δεήσεις όμως του Αποστόλου ανέστησαν την κόρη και το θαύμα οδήγησε πολλούς να ασπασθούν την χριστιανική πίστη.
Μετέβη κατόπιν ο Μάρκος στην Μαρμαρική [10], σκορπώντας στο διάβα του το φως του Ευαγγελίου. Μία νύχτα παρουσιάστηκε ο Κύριος σε όραμα και τον πρόσταξε να επιστρέψει στην Αλεξάνδρεια για να ολοκληρώσει την αποστολή του. Παρά τους θρήνους και τις ικεσίες των νεοφώτιστων, οι οποίοι ήθελαν να κρατήσουν κοντά τους τον πατέρα και σωτήρα τους, ο Άγιος Απόστολος, μετά από νέο όραμα που του ανήγγελλε ότι έπρεπε να σφραγίσει την αποστολή του με την δόξα τού μαρτυρίου, μετέβη στην Αλεξάνδρεια, όπου θαύμασε την πρόοδο του εκχριστιανισμού των κατοίκων κατά την διετή απουσία του [11]. Οι ειδωλολάτρες όμως και οι Εβραίοι δεν άντεχαν να βλέπουν τα κατορθώματα του μαθητή του Χρίστου και τρίζοντας τα δόντια αναζητούσαν ευκαιρία για να τον αφανίσουν. Μια χρονιά, ο εορτασμός του Πάσχα συνέπεσε με την εορτή του θεού Σεράπιδος, την όποια οι ειδωλολάτρες της Αλεξανδρείας συνήθιζαν να τιμούν με έκλυτες αισχρότητες όρμησαν τότε οι ειδωλολάτρες και κατέπεσαν πάνω στον άγιο Μάρκο, την ώρα πού εκείνος τελούσε την θεία Λειτουργία τον έσυραν στο αμφιθέατρο, όπου βρισκόταν ο διοικητής της πόλεως, κατηγορώντας τον άγιο ως μάγο. Στις γεμάτες μίσος καταγγελίες, ο Άγιος Μάρκος απάντησε ήρεμα, διακηρύσσοντας με λίγα λόγια, καθώς ήταν η συνήθεια του, το ύψιστο μήνυμα της Σωτηρίας μας.
Αμήχανος, μη βρίσκοντας τίποτε να αντιτάξει στα επιχειρήματα του, ο διοικητής στράφηκε προς το πλήθος ρωτώντας τι έπρεπε να πράξει σχετικά με τον Μάρκο. Οι μεν ήθελαν να τον καύσουν ζωντανό μπροστά στον ναό του Σεράπιδος, οι δε να τον λιθοβολήσουν μέχρι θανάτου. Τέλος, με διαταγή του δικαστή, τέντωσαν τον άγιο Απόστολο καταγής με τα μέλη εκτάδην και τον μαστίγωσαν ανελέητα. Κατόπιν, ο όχλος πήρε τον ημιθανή άγιο, έδεσε τα πόδια του με σχοινί και τον έσυρε όλη την ήμερα ανά την πόλη το χώμα και οι πέτρες βάφτηκαν από το αίμα του Αποστόλου. Όταν νύχτωσε, τον έκλεισαν σε φυλακή, όπου περί τα μεσάνυχτα ήλθε Άγγελος και τον παρηγόρησε. Το πρωί του Σαββάτου 4 Απριλίου [12], οι δήμιοι τον έδεσαν με σχοινί και τον έσυραν, όπως και την προηγουμένη, μέχρι μια τοποθεσία απόκρημνη, κοντά στην θάλασσα, ονόματι Βουκόλου (σημ. Άμπουκίρ) [13], όπου ο Άγιος Μάρκος βρήκε τον θάνατο. Ήταν τότε πενήντα επτά ετών.
Οι ειδωλολάτρες θέλησαν να καύσουν το σώμα του αγίου, αλλά μια δυνατή καταιγίδα τους διέλυσε και οι χριστιανοί μπόρεσαν να πάρουν το τίμιο σκήνωμα και να το τοποθετήσουν στην κοιλότητα ενός βράχου. Αργότερα, στον τάφο του άγιου στο Βουκόλου [14] χτίστηκε ναός πού ανεδείχθη σε επίκεντρο της ευλάβειας των χριστιανών της Αλεξανδρείας. Τον 14° αιώνα, τα τίμια λείψανα του αγίου Μάρκου μεταφέρθηκαν στην Βενετία και κατατέθηκαν στην περίφημη βασιλική πού αφιερώθηκε στην μνήμη του.

1. Ορισμένες Αρχαίες Παραδόσεις, Λίγο Αξιόπιστες, Διατείνονται Ότι Ο Μάρκος Ηταν Ο Νεαρός Τον Όποιο Συνάντησαν Οι Μαθητές Που Με Εντολή Του Κυρίου Πήγαν Να Ετοιμάσουν Το Πάσχα, Να Κουβαλά Μια Στάμνα Νερό (Μάρκ. 14, 13)’ Αναφέρουν Επίσης Ότι Στην Οικία Της Μητέρας Τού Μάρκου Έλαβε Χώρα Ο Μυστικός Δείπνος.
2. Την Ερμηνεία Αύτη Δίνει Ό Άγιος Ιωάννης Ό Χρυσόστομος, Όμ. 28 Εις Τάς Πράξεις 2, PG 60, 210.
3. Συμφωνά Με Ορισμένους, Ό Μάρκος Συνόδευσε Τότε Τον Πέτρο Και Πήγαν Για Να Κηρύξουν Το Ευαγγέλιο Στους Εβραίους Της Διασποράς, Στον Πόντο, Την Βιθυνία, Την Γαλατία, Την Καππαδοκία Και Την Ασία.
4. Κατά Την Γνώμη Παλαιών Πατέρων (Π.Χ. Άγιοι Ίουστίνος Και Ειρηναίος), Ο Άγιος Μάρκος Ήταν Ο Πρώτος Συντάκτης Του Ευαγγελίου Και Ο «Ερμηνευτής» Του Πέτρου. Όρισμένα Αρχαία Χειρόγραφα Του Κατά Μάρκον Ευαγγελίου Φέρουν Τον Υπότιτλο: «Απομνημονεύματα Του Πέτρου». Σύγχρονοι Εξηγητές Υποθέτουν Ότι Ο Άγιος Μάρκος Συνέταξε Στην Ρώμη Μια Πρώτη Εκδοχή Βασισμένη Στην Διδασκαλία Του Πέτρου (Περί Το Ετος 64), Χρησιμοποιώντας Ένα Πρωτογενές Συμπίλημα Των Αποστολικών Διηγήσεων, Πού Συντάχθηκαν Ίσως Από Τον Άγιο Απόστολο Ματθαίο. Ή Διήγηση Αυτή Φαίνεται Να Χρησιμοποιήθηκε Ως Βάση Για Την Τελική Σύνταξη Των Κατά Ματθαίον Και Λουκά Ευαγγελίων, Τα Όποια Χρησιμοποιήθηκαν Για Την Τελική Μορφή Τού Κατά Μάρκον Ευαγγελίου Πού Μας Παραδόθηκε.
5. Έχοντας Τις Πληροφορίες Που Περιέχονται Στην Καινή Διαθήκη, Συνοψίζουμε Τώρα Τις Πράξεις Τον Μάρκου, Στην Εκτενή Τους Μορφή, Σύγγραμμα Της Βυζαντινής Περιόδου. Σύμφωνα Με Τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών Χρυσόστομο, Ο Όποίος Προσπάθησε Να Συμβιβάσει Τις Δύο Πηγές Στο Έργο Του Ιστορία Της Εκκλησίας Της Αλεξανδρείας (1935), Φαίνεται Οτι Ό Άγιος Μάρκος Ανέλαβε Μια Πρώτη Αποστολή Στην Κυρήνη Και Στην Αλεξάνδρεια. Το Φθινόπωρο Του Έτους 60, Επέστρεψε Στην Κυρήνη Για Να Στερεώσει Τους Χριστιανούς Στην Πίστη Και Την Άνοιξη Του Έτους 61 Συνάντησε Στην Ρώμη Τον Παύλο, Ο Όποιος Του Εμπιστεύθηκε Μια Αποστολή Στην Μικρά Ασία (Κολ. 4, 1θ). Από Την Έφεσο, Επέστρεψε Στην Ρώμη Με Τον Τιμόθεο, Και Ό Παύλος Τον Έστειλε Εκ Νέου Στην Μικρά Ασία, Μέχρι Τις Περιοχές Όπου Είχε Κηρύξει Το Ευαγγέλιο Ο Πέτρος. Αφού Για Κάποιο Διάστημα Ακολούθησε Τον Πέτρο, Μετέβη Στην Ρώμη Και Αναχώρησε Για Την Δεύτερη Ιεραποστολική Του Περιοδεία Στην Αίγυπτο, Περί Τα Τέλη Τού 62, Περνώντας Από Την Κυρηναϊκή, Και Βρήκε Τον Θάνατο Στην Αλεξάνδρεια, Το Πάσχα Του Έτους 63.
6. Η Αλεξανδρινή Θεία Λειτουργία, Η Λεγομένη Του Άγιου Μάρκου, Αποτελεί Μεταγενέστερη Σύνθεση, Αλλά Συναντούμε Σε Αυτήν Ίχνη Και Την Πρωτογενή Έμπνευση Του Αποστόλου.
7. Δεύτερος Επίσκοπος Αλεξανδρείας Και Διάδοχος Του Άγιου Μάρκου, Ο Άγιος Ανιανός Απεβίωσε Στις 26 Νοεμβρίου Του Έτους 86. Μνημονεύεται Στα Λατινικά Μαρτυρολόγια Είτε Στις 25 Μαρτίου Είτε Στις 2 Όκτωβρίου.
8. Γνωστό Και Ως Μένδιον Ή Βενδέδιον. Σύμφωνα Με Τις Αρχαίες Πράξεις (50ς Αι.) Πρόκειται Για Την Τοποθεσία Όπου Ο Μάρκος Αποβιβάστηκε Στην Αλεξάνδρεια Και Συνάντησε Τον Ανιανό.
9. Πρωτεύουσα Της Πενταπόλεως Και Της Κυρηναϊκής, Η Μεγάλη Αυτή Πόλη, Πού Επί Ρωμαιοκρατίας Συνδέονταν Διοικητικά Με Την Κρήτη, Αποτελούσε Την Πιο Σημαντική Ελληνική Αποικία Στην Βόρειο Αφρική. Αργότερα Ό Άγιος Κωνσταντίνος Την Κατέστησε Ανεξάρτητη, Με Την Προσωνυμία «»Ανω Λιβύη». Σύμφωνα Με Τις Αρχαίες Πράξεις, Ό Μάρκος Κήρυξε Το Ευαγγέλιο Στην Κυρήνη Πριν Φτάσει Στην Αλεξάνδρεια.
10. Ή Περιοχή Αυτή Στα Δυτικά Της Αιγύπτου, Σήμερα Έρημος Και Ακαλλιέργητη, Ήταν Τότε Μια Ευημερούσα Ελληνική Αποικία.
11. Όρισμένοι Λένε Ότι Αποσύρθηκε Τότε Για Ένα Διάστημα Και Μετέβη Στην Ρώμη Για Να Παρευρεθεί Στο Μαρτύριο Των Άγιων Πέτρου Και Παύλου.
12. Ή Λειτουργική Του Μνήμη Μετατέθηκε Στις 25 Του Αύτού Μηνός, Ώστε Να Συμπίπτει Πάντοτε Μετά Το Πάσχα.
13. Όπου Οι Χριστιανοί Συνήθιζαν Να Τελούν Τις Λατρευτικές Τους Συνάξεις, Σύμφωνα Με Τις Αρχαίες Πράξεις.
14. Εκεί Έτελειώθη Μαρτυρικώς Ο Άγιος Πέτρος Αλεξανδρείας [24 Νοεμ.]. Πριν Την Θανάτωση Του Ζήτησε Να Του Επιτραπεί Να Προσευχηθεί Στον Τάφο Του Αποστόλου.
Ηλ. πηγή: diakonima.gr

Παρασκευή 24 Απριλίου 2020

Η Ζωοδόχος Πηγή

Μὲ τὸ ὄνομα Ζωοδόχος Πηγὴ τοῦ Μπαλουκλὶ ἢ Παναγία ἡ Μπαλουκλιώτισσα φέρεται ἱερὸ χριστιανικὸ ἁγίασμα ποὺ βρίσκεται στὴ Κωνσταντινούπολη ἔξω ἀπὸ τὴ δυτικὴ πύλη τῆς Σηλυβρίας, ὅπου ὑπῆρχαν τὰ λεγόμενα «παλάτια τῶν πηγῶν» στὰ ὁποῖα οἱ Βυζαντινοὶ αὐτοκράτορες παραθέριζαν τὴν Ἄνοιξη. Πῆρε τὴν ὀνομασία του ἀπὸ τὸ τουρκικὸ ὄνομα Balik (=ψάρι) καὶ περιλαμβάνει τὸ μοναστήρι, τὴν ἐκκλησία καὶ τὸ ἁγίασμα.
Γιὰ τὴν ἀποκάλυψη τοῦ Ἁγιάσματος ὑπάρχουν δύο ἐκδοχές:
α) Ἡ πρώτη, ποὺ ἐξιστορεῖ ὁ Νικηφόρος Κάλλιστος ἀναφέρει ὅτι: Ὁ μετέπειτα αὐτοκράτορας Λέων ὁ Θρὰξ ἢ Λέων ὁ Μέγας (457 – 474 μ.Χ.), ὅταν ἐρχόταν ὡς ἁπλὸς στρατιώτης στὴν Κωνσταντινούπολη, συνάντησε στὴ Χρυσὴ Πύλη ἕναν τυφλὸ ποὺ τοῦ ζήτησε νερό. Ψάχνοντας γιὰ νερό, μιὰ φωνὴ τοῦ ὑπέδειξε τὴν πηγή. Πίνοντας ὁ τυφλὸς καὶ ἐρχόμενο τὸ λασπῶδες νερὸ στὰ μάτια τοῦ θεραπεύτηκε. Ὅταν ἀργότερα ἔγινε αὐτοκράτορας, τοῦ εἶπε ἡ προφητικὴ φωνή, πὼς θὰ ἔπρεπε νὰ χτίσει δίπλα στὴν πηγὴ μία Ἐκκλησία. Πράγματι ὁ Λέων ἔκτισε μία μεγαλοπρεπὴ ἐκκλησία πρὸς τιμὴ τῆς Θεοτόκου στὸ χῶρο ἐκεῖνο, τὸν ὁποῖο καὶ ὀνόμασε «Πηγή». Ὁ Κάλλιστος περιγράφει τὴ μεγάλη αὐτὴ Ἐκκλησία μὲ πολλὲς λεπτομέρειες, ἂν καὶ ἡ περιγραφὴ ταιριάζει περισσότερο στὸ οἰκοδόμημα τοῦ Ἰουστινιανοῦ. Ἱστορικὰ πάντως εἶναι ἐξακριβωμένο, ὅτι τὸ 536 μ.Χ. στὴ Σύνοδο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑπὸ τὸν Πατριάρχη Μηνᾶ 536 – 552 μ.Χ., λαμβάνει μέρος καὶ ὁ Ζήνων, ἡγούμενος «τοῦ Οἴκου τῆς ἁγίας ἐνδόξου Παρθένου καὶ Θεοτόκου Μαρίας ἐν τῇ Πηγῇ».
β) Ἡ δεύτερη, ποὺ ἐξιστορεῖ ὁ ἱστορικὸς Προκόπιος, τοποθετεῖται στὶς ἀρχὲς τοῦ 6ου αἰώνα καὶ ἀναφέρεται στὸν Ἰουστινιανό. Ὁ Ἰουστινιανὸς κυνηγοῦσε σ’ ἕνα θαυμάσιο τοπίο μὲ πολὺ πράσινο, νερὰ καὶ δένδρα. Ἐκεῖ, σὰν σὲ ὅραμα, εἶδε ἕνα μικρὸ παρεκκλήσι, πλῆθος λαοῦ καὶ ἕναν ἱερέα μπροστὰ σὲ μιὰ πηγή. «Εἶναι ἡ πηγὴ τῶν θαυμάτων» τοῦ εἶπαν. Καὶ ἔχτισε ἐκεῖ μοναστήρι μὲ ὑλικὰ ποὺ περίσσεψαν ἀπὸ τὴν Ἁγιὰ Σοφιά. Ὁ Ἰ. Κεδρηνὸς ἀναφέρει ὅτι χτίστηκε τὸ 560 μ.Χ.
Γράφοντας τὸν 14ο αἰ. μ.Χ. γιὰ τὸ ἁγίασμα τῆς Πηγῆς ὁ Νικηφόρος Κάλλιστος παραθέτει, ἀπὸ διάφορὲς πηγές, ἕναν κατάλογο 63 θαυμάτων, ἀπὸ τὰ ὁποῖα τὰ 15 φθάνουν ὡς τὴν ἐποχή του.
Σήμερα στὴν αὐλὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς βρίσκονται οἱ τάφοι τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν. Τὸ δὲ ἁγίασμα βρίσκεται στὸν ὑπόγειο Ναὸ καὶ ἀποτελεῖται ἀπὸ μαρμαρόκτιστη πηγή, τὸ νερὸ τῆς ὁποίας θεωρεῖται ἁγιασμένο. Ἀπὸ ἐδῶ διαδόθηκε ὁ τύπος τῆς Παναγίας Ζωοδόχου Πηγῆς σὲ ὅλο τὸν ὀρθόδοξο κόσμο. Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι ψηφιδωτὴ παράσταση τῆς εἰκόνας σώζεται στὸν ἐσωνάρθηκα τῆς Μονῆς τῆς Χώρας.
Ὁ Ναὸς αὐτὸς ἔμεινε γνωστὸς στὴν ἱστορία ὡς τὸ ἁγίασμα τοῦ «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στὰ τουρκικὰ σημαίνει ψάρι καὶ ἡ παράδοση μᾶς λέει πὼς ἐκεῖ δίπλα στὸ ἁγίασμα, στὶς 23 Μαΐου 1453 μ.Χ. ἕνας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, ὅταν κάποιος τοῦ ἔφερε τὴν εἴδηση πὼς πῆραν τὴν Πόλη οἱ Τοῦρκοι. Ὁ καλόγερος ἀπάντησε πὼς μόνο ἂν τὰ ψάρια ποὺ τηγάνιζε ἔφευγαν ἀπ’ τὸ τηγάνι καὶ ἔπεφταν μέσα στὸ ἁγίασμα θὰ πίστευε ὅτι ἔγινε κάτι τέτοιο. Καὶ πραγματικὰ τὰ ψάρια ζωντάνεψαν καὶ ἔπεσαν μέσα στὴν πηγὴ τοῦ ἁγιάσματος. Μέχρι σήμερα δέ, μέσα στὴν δεξαμενὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς διατηροῦνται ἑπτὰ ψάρια καὶ μάλιστα σὰν νὰ εἶναι μισοτηγανισμένα ἀπ’ τὴν μιὰ πλευρά.
Σὲ ἀνάμνηση τῶν ἐγκαινίων τοῦ Ναοῦ ἀπὸ τὸν Αὐτοκράτορα Λέοντα ἡ Ἐκκλησία καθιέρωσε τὴν κάτ’ ἔτος ἑορτὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς, τὴν Παρασκευὴ τῆς Διακαινήσιμου Ἑβδομάδος.
Ηλ. πηγή: synaxarion.gr

Πέμπτη 23 Απριλίου 2020

Άγιος Γεώργιος - Το πνευματικό διαμάντι ολάκερης της Ορθοδοξίας (Γκιάφη Ι.)

Ιωάννου Αν. Γκιάφη
Θεολόγου-Πολιτικού Επιστήμονος
  Επισκεπτόμενος κάποιος ένα κοσμηματοπωλείο, θα εντυπωσιαστεί  από το πλήθος των κοσμημάτων. Χρυσαφικά, ασημικά, ακόμη και μπρούτζινα δημιουργήματα κεντρίζουν το ενδιαφέρον του αγοραστή. Μεταξύ όμως των ακριβών κοσμημάτων μένει έκθαμβος κανείς μπροστά στην δυνατή ακτινοβολία ενός διαμαντιού. Πρόκειται για έναν πολύτιμο λίθο που έλκει την καταγωγή του από την αρχαιότητα. Ήδη από τον τέταρτο αιώνα π. Χ. μαρτυρείται η ύπαρξη διαμαντιών στην Ινδία. Το διαμάντι είναι ένα πλούσιο κοίτασμα της φύσης με διαφανή κρυσταλλική μορφή. Ξεχωρίζει για την σκληρότητά του, την μεγάλη λάμψη του και την ανεκτίμητη αξία του. Αποτελείται δε από καθαρό άνθρακα. Δεν είναι τυχαίο που τα πιο ακριβά περιδέραια και δακτυλίδια συνθέτονται από διαμαντόπετρες.
  Ίσως όμως αναρωτηθούμε τι σχέση ενυπάρχει μεταξύ των διαμαντιών και της σημερινής εκκλησιαστικής εορτής. Μα η Αγία μας Εκκλησία μας προσκαλεί να τιμήσουμε την ιερά μνήμη ενός όχι υλικού, αλλά πνευματικού διαμαντιού. Ποιός άραγε άγιος αναδείχθηκε το ''υπερπολύτιμο διαμάντι'' της Εκκλησίας του Χριστού; Ο Άγιος μεγαλομάρτυρας Γεώργιος, ο Τροπαιοφόρος. Και ως διαμάντι έρχεται να τον χαρακτηρίσει η ιερά υμνογραφία της ημέρας. Συγκεκριμένα το δοξαστικό των αποστίχων του εσπερινού της 23ης Απριλίου, ποίημα του οσίου Θεοδώρου του Στουδίτη, θα διακηρύξει τα εξής: '' Τὸν νοερὸν ἀδάμαντα, τῆς καρτερίας ἀδελφοί, πνευματικῶς εὐφημήσωμεν, Γεώργιον τὸν ἀοίδιμον μάρτυρα....''. Ο άγιος Θεόδωρος αποδίδει στον άγιο Γεώργιο τον χαρακτηρισμό του ''νοερού αδάμαντος''. Μια από τις ιδιότητες του διαμαντιού είναι η σκληρότητά του. Εξάλλου και η λέξη διαμάντι προέρχεται από τους αρχαίους αδάμαντες, σκληρές πέτρες οι οποίες δεν κατεργάζονταν εύκολα. Πράγματι κι ο άγιος μεγαλομάρτυρας Γεώργιος διδάσκει με τον συγκλονιστικό βίο του αφενός τον αδαμάντινο-αδιάσειστο χαρακτήρα του, αφετέρου την αδαμάντινη χριστιανική του πολιτεία. Μια περιδιάβασή μας και μόνο στο συναξάρι της ημέρας, αρκεί για την επιβεβαίωσή μας ως προς τα πολυποίκιλα κατορθώματά του.
  Οπλισμένος ως χριστιανός με την πανοπλία του Θεού, υπομένει με γενναία καρτερία και ισχυρό θάρρος τα πολυώδυνα βάσανα των ειδωλολατρών, με πρωτεργάτη αυτών τον αδίστακτο χριστιανομάχο αυτοκράτορα Διοκλητιανό. Κατορθώνει εξαιτίας της ευφυΐας του να φθάσει σε ύπατο στρατιωτικό αξίωμα, διακρινόμενος ως άριστος στρατηλάτης, όμως μέσα του φλέγεται από την αστείρευτη αγάπη του για τον Κύριο ημών Ιησού Χριστού. Τρανή απόδειξη είναι το ότι δεν διστάζει να θυσιάσει τιμές, δόξες και εξουσίες προκειμένου ούτε λεπτό να μην εκπέσει από την αταλάντευτη πίστη του προς τον Σταυρωθέντα Κύριο. Εν αντιθέσει βεβαίως με μας τους σημερινούς χριστιανούς που προβαίνουμε ακόμη και σε πνευματικές υποχωρήσεις, όταν απειλούνται τα προσωπικά μας συμφέροντα.
   Ο μεγαλομάρτυρας Γεώργιος για το αμετακίνητο χριστιανικό του φρόνημα υπέστη μια σειρά από απάνθρωπα βασανιστήρια. Όπως και το θαυμάσιο δοξαστικό τονίζει, τις ποικίλες ανθρώπινες κολάσεις τις αντιμετώπισε με υποδειγματική αντοχή, χωρίς να παρασυρθεί από την φθορά του σώματός του. Νίκησε την ανθρώπινη αδυναμία με τον ένθερμο πόθο του προς τον αγαπημένο του, τον Νυμφίο της Εκκλησίας. Κατάφερε μέσω του μαρτυρικού του θανάτου να περάσει από την γήινη χώρα στην επουράνια πατρίδα. Κατάφερε να πραγματοποιήσει το δικό του ''Πάσχα'', την δική του διάβαση από τα πρόσκαιρα της παρούσας ζωής, στα αιώνια της ατέρμονης Βασιλείας των Ουρανών. Ούτε η λόγχη, ούτε ο τροχός με τα προσαρμοσμένα σε αυτόν μαχαίρια, ούτε ο λάκκος με τον ασβέστη που κόχλαζε και ούτε τα σιδερένια παπούτσια με τα πυρακτωμένα καρφιά στο εσωτερικό τους στάθηκαν εμπόδια στην σθεναρή χριστιανή του ομολογία. Το θαυμαστό μάλιστα ήταν ότι το προσωπικό του μαρτύριο έγινε πόλος έλξης πολλών ειδωλολατρών στην χριστιανική πίστη. Μέχρι το επίγειο τέλος του επέδειξε την ακαμψία του ως προς το χριστιανό του ιδεώδες. Προτού κλίσει τον αυχένα του στον δήμιο και του αποκόψει την τίμια κεφαλή του, ευχαρίστησε τον Δωρεοδότη Κύριο για τις απροσμέτρητες δωρεές προς το πρόσωπό του. Έτσι με τον αποκεφαλισμό του επισφράγισε την αγία του βιωτή και πλέον συγκαταλέγεται στους αγίους της Εκκλησίας μας, στις έμψυχες εικόνες του Δημιουργού, στο ''εφαρμοσμένο ευαγγέλιο του Θεανθρώπου'', κατά τον άγιο Ιουστίνο τον Πόποβιτς.
   Η μνήμη του κάθε χρόνο συμπίπτει με την πασχάλια περίοδο. Πανηγυρίζοντας τον θρίαμβο του Αναστάντος Κυρίου κατά του πιο αδυσώπητου εχθρού, του θανάτου, εορτάζουμε και τον καρπό της Αναστάσεως, τον ακόλουθο σε όλα του Αναστημένου Χριστού, τον άγιο Γεώργιο. Όπως ένα διαμάντι ακτινοβολεί με την θεσπέσια λάμψη του, το ίδιο και ο άγιος λάμπει με την αναστάσιμη ζωή του και με το αναστάσιμο φως του φωτίζει πολυάριθμες ψυχές ανθρώπων. Δικαιολογημένα ο άγιος Γεώργιος συγκαταριθμείται μεταξύ των πολυφίλητων αγίων του ελληνικού λαού. Και αυτό συμβαίνει διότι εμπνέει, καθοδηγεί και ενδυναμώνει με το γνήσιο παράδειγμά του όλο το χριστιανικό πλήρωμα. Υποδεικνύει την ευαγγελική οδό ως την μόνη ασφαλή για την ανθρώπινη απολύτρωση.
   Ας προβληματιστούμε όμως λίγο κι εμείς, οι σύγχρονοι χριστιανοί, συγκρίνοντας τη ζωή μας με την ζωή του αγίου. Σήμερα είμαστε πνευματικά αδαμάντινοι ως προς τις αποφάσεις μας, προτιμώντας την αρετή από την κακία; Αγωνιζόμαστε με υπομονή και ακράδαντη πίστη, ώστε νικηφόρα να αντιμετωπίζουμε τις καθημερινές μας δοκιμασίες; Παλεύουμε με σκληρότητα κατά των παθών μας και μας διακρίνει η αδιαλλαξία μας, όταν διακυβεύονται θέματα πίστης; Είναι αλήθεια πως κρίσεις, επικρίσεις και κατακρίσεις πυρπολούν τον πνευματικό βίο. Πως ο χριστιανός αντιπαρέρχεται όλες αυτές τις αρνητικές και πειρασμικές καταστάσεις; Μήπως ενδίδουμε; Ο σύγχρονος χριστιανός καλείται να υποστεί όχι το δι' αίματος, αλλά το δι' συνειδήσεως μαρτύριο. Καλείται να παραμείνει εδραίος στην χριστιανική αλήθεια, παρά τις σειρήνες του κόσμου που επιθυμούν διακαώς να τον αποπροσανατολίσουν από την ορθόδοξη τροχιά. Έχοντας στραμμένο το νου του ο καθένας μας στα όσα έπαθε ο άγιος μεγαλομάρτυρας Γεώργιος, δεν θα φοβάται επιδημίες, επιδρομές, πολέμους, ακόμη και τον θάνατο. Ας το πιστέψουμε ότι μόνον ο Χριστός μπορεί να μας ελευθερώσει από τις οποιεσδήποτε απειλές και συμφορές. Έλεγε ο άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης: " Αν δώσουμε στον Χριστό χώρο μέσα στη καρδιά μας, δεν θα μείνουν περιθώρια για τα άλλα. Αγαπήστε Τον απλά και ταπεινά, χωρίς απαίτηση και θα σας απαλλάξει ο ίδιος από καθετί κακό!" Γένοιτο!